Πότε εμφανίστηκε ο πρώτος άνθρωπος στη Γη;

Αγγλικά Ελληνικά (αυτή η σελίδα)

Ακόμα κι αν οι άνθρωποι δεν προήλθαν μέσω δημιουργίας, αλλά μέσω εξέλιξης, δεν θα έπρεπε να υπάρχει
κάποιος πρώτος άνθρωπος; Ποιο ήταν αυτό το άτομο; Και πότε εμφανίστηκε;

 


Ακούγεται σαν φυσιολογική ερώτηση, έτσι δεν είναι; Οι γονείς-μου είναι άνθρωποι... και οι παππούδες και γιαγιάδες-μου είναι επίσης άνθρωποι... και οι γονείς των παππούδων-μου, κι αυτοί άνθρωποι ήσαν... Μα άμα πάμε έτσι προς τα πίσω στο χρόνο, πού τελειώνει η αλυσίδα των προγόνων-μας; Αν είχαμε δημιουργηθεί όπως λέει η Βίβλος, τότε ασφαλώς η αλυσίδα σταματάει στο σημείο της δημιουργίας. Αλλ’ ας υποθέσουμε για μια στιγμή οτι δεν δημιουργηθήκαμε κάποια χρονική στιγμή όπως λέει η Βίβλος, αλλά εξελιχθήκαμε σταδιακά όπως διατείνεται η επιστήμη — ε, λοιπόν; Η αλυσίδα δεν μπορεί να συνεχίζεται προς τα πίσω επ’ αόριστον, γιατί ξέρουμε οτι δεν υπήρχαν άνθρωποι, για παράδειγμα, 1 εκατομμύριο χρόνια πριν.(1) Άρα; Δεν πρέπει να υπάρχει κάποιος Πρώτος Άνθρωπος ακόμα και στην περίπτωση της εξέλιξης, ένα ζευγάρι πιθανώς — ένας “Αδάμ” και μια “Εύα” — που έγιναν οι αρχικοί πρόγονοι του είδους-μας; Δεν πρέπει επομένως η ιστορία της Βίβλου να είναι σωστή σε κάθε περίπτωση;

Κάποιοι αναγνώστες που διάβασαν αυτή την άλλη σελίδα-μου, σχετικά με την προέλευση της ζωής στη Γη (στα Αγγλικά), επικοινώνησαν μαζί-μου κάνοντας την παραπάνω ερώτηση. Σ’ εκείνη τη σελίδα λέω οτι δεν υπήρξε πρώτο ζωντανό πλάσμα, και προσπαθώ να εξηγήσω γιατί. Εντούτοις, μερικοί αναγνώστες διαφωνούν, και ισχυρίζονται οτι Πρώτος Άνθρωπος πρέπει να υπήρξε ακόμα και με την παραδοχή της εξέλιξης, όπως μόλις έθεσα το θέμα στην προηγούμενη παράγραφο. Βλέπουν το συμπέρασμα να έπεται υποχρεωτικά μέσω απλών συλλογισμών και βάσει της κοινής λογικής. Θα ήθελα να δείξω στην παρούσα σελίδα πώς γίνεται να είναι λογικά αποδεκτό οτι δεν υπήρξε ποτέ Πρώτος Άνθρωπος. Ο συλλογισμός είναι απλός, αλλά θα χρειαστούμε έναν παραλληλισμό για να γίνει ευκολότερα κατανοητός.

Ας σκεφτούμε κάτι σχετικό με το παραπάνω: την εξέλιξη της γλώσσας, αντί για την εξέλιξη των ανθρώπων. Ας χρησιμοποιήσουμε μια συγκεκριμένη γλώσσα σαν παράδειγμα: την εξέλιξη της Ελληνικής, από την αρχαία ως τη νεοελληνική που μιλάμε σήμερα. (Μην ανησυχείτε, δεν χρειάζεται να ξέρετε ούτε μία αρχαία λέξη για να καταλάβετε τον παραλληλισμό, εγγυημένα! ) Θα σας πω πώς η Ελληνική εξελίχθηκε από την αρχαία στη νέα γλώσσα, χωρίς ποτέ να υπάρξει κάποιος “πρώτος ομιλητής της νέας Ελληνικής”. Αυτό που θα μάθουμε για τα Ελληνικά ισχύει και για κάθε γλώσσα του κόσμου που εξελίχθηκε από ένα προγενέστερο σ’ ένα μεταγενέστερο στάδιο· αλλά προτιμώ τα Ελληνικά σαν παράδειγμα, καί γιατί είναι η γλώσσα-μας και μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα, αλλά κι επειδή γνωρίζω καλύτερα τα γεγονότα τα σχετιζόμενα με την εξέλιξη της Ελληνικής, άρα κινδυνεύω λιγότερο να γράψω λάθος πράγματα. Όμως το θέμα είναι οτι όχι μόνο δεν έχει σημασία ποια γλώσσα θα πάρουμε σαν παράδειγμα, αλλά επίσης οτι ο παραλληλισμός μεταφέρεται αυτούσιος στο θέμα που μας απασχολεί: όπως ακριβώς δεν υπήρξε ποτέ πρώτος ομιλητής μιας σύγχρονης γλώσσας, κατά τον ίδιο τρόπο δεν υπήρξε ποτέ Πρώτος Άνθρωπος. Και μάλιστα ο παραλληλισμός στέκει ακόμα και σε ορισμένες από τις λεπτομέρειές-του! Ας δούμε πρώτα τι συνέβει με τους ομιλητές της αρχαίας Ελληνικής.

Κοιτάξτε το παραπάνω διάγραμμα. Ο χρόνος ρέει από τ’ αριστερά προς τα δεξιά. Το πράσινο χρώμα δηλώνει τους χρόνους κατά τους οποίους οι ομιλητές της Ελληνικής μιλούσαν την αρχαία γλώσσα, ενώ το μπλε χρώμα είναι για τους ομιλητές της νέας Ελληνικής. Κάτω από τη χρωματιστή λωρίδα έβαλα ένα μεγάλο αριθμό από μικρές κατακόρυφες γραμμούλες, καθεμιά απ’ τις οποίες υποτίθεται οτι συμβολίζει έναν ομιλητή. Κάθε γραμμούλα είναι ένα άτομο· η γραμμούλα στ’ αριστερά-της είναι ένας από τους γονείς αυτού του ατόμου, ενώ εκείνη στα δεξιά-της είναι ένα από τα παιδιά του ίδιου ατόμου. Θα ’πρεπε να υπάρχουν περισσότερες γραμμούλες στην πραγματικότητα, αλλά δεν υπάρχει αρκετός χώρος οριζόντια για να κάνω το διάγραμμα ρεαλιστικό. (Κι άλλα απεικονιζόμενα στοιχεία δεν είναι ρεαλιστικά, όπως τα μήκη της αρχαίας και της νέας περιόδου — αλλά ο ρεαλισμός εδώ δεν μας είναι απαραίτητος.)

Γιά να δούμε τώρα τί έχουμε. Το “χρώμα” κάθε ατόμου αντιστοιχεί στο συγκεκριμένο είδος Ελληνικών που μιλούσε εκείνο το άτομο. Η διαφορά μεταξύ χρωμάτων αντιστοιχεί στη διαφορά μεταξύ των ειδών της γλώσσας. Για παράδειγμα, “βαθύ πράσινο” σημαίνει “τυπικός ομιλητής της αρχαίας”, ενώ “βαθύ μπλε” σημαίνει “τυπικός ομιλητής της νεοελληνικής”. Κάπου μεταξύ αυτών υπάρχει μια περιοχή όπου η γλώσσα αλλάζει. Η αλλαγή είναι σταδιακή, αλλά επίσης κατά κάποιον τρόπο και απότομη, αν δούμε τη συνολική εικόνα από απόσταση. Πράγματι, κάπου γύρω στο 300 π.Χ., μετά το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου, μέχρι περίπου δύο αιώνες μετά το Χριστό, η αλλαγή είχε ουσιαστικά συντελεσθεί. Οι ιστορικοί λόγοι που οδήγησαν στην αλλαγή δεν μας απασχολούν στο παρόν.(2) Αυτό που μας απασχολεί είναι το χρώμα. Ας κάνουμε την εξής παρατήρηση σχετικά με το χρώμα:

Κάθε γονέας έχει χρώμα που είναι πολύ παρόμοιο με το χρώμα των παιδιών-του. Πράγματι, από το γονέα στο παιδί, η διαφορά φαίνεται ανεπαίσθητη. Όσο αφορά στη γλώσσα, κάθε γονέας μιλάει σχεδόν την ίδια γλώσσα με τα παιδιά-του. Υπάρχει μια κάποια διαφορά, αλλά είναι τόσο αμελητέα που περνάει απαρατήρητη τόσο από τον γονέα όσο κι απ’ τα παιδιά. (Θα μπορούσε να είναι μερικές λέξεις με διαφορετικό νόημα, κάποια νέα συντακτική δομή που το παιδί χρησιμοποιεί, κάποια ανεπαίσθητη διαφορά στην προφορά ενός φωνήεντος, κλπ.) Σαν αποτέλεσμα, μπορούν να συνεννοηθούν μεταξύ-τους τέλεια: ο γονέας καταλαβαίνει τέλεια το παιδί, και το παιδί καταλαβαίνει τέλεια το γονέα.

Αλλά τώρα γιά να δούμε τί συμβαίνει αν πάρουμε ένα ζευγάρι προγόνου-απογόνου οι οποίοι δεν έχουν την άμεση συγγένεια γονέα-παιδιού. Το πόσο θα μπορούσαν να καταλάβουν ο ένας τον άλλο (αν μπορούσαν να έρθουν ο ένας κοντά στον άλλον) εξαρτάται από το πόσο διαφέρουν στο χρώμα, και όχι από το πόσο μακρινές ήσαν οι εποχές που έζησαν. Για παράδειγμα, ας πάρουμε δύο αρχαίους, καί τους δυο στην πράσινη περιοχή στ’ αριστερά, αλλά που ν’ απέχουν κάμποσους αιώνες μεταξύ-τους — ας πούμε 800 χρόνια. Αυτά τα δύο άτομα θα μπορούσαν να αλληλοσυννενοηθούν κάπως, αν μπορούσαν ως δια μαγείας ας πούμε να συναντήσουν ο ένας τον άλλον. Αλλά αν πάρουμε ένα ζευγάρι όπου ο πρόγονος να είναι από περίπου το 300 π.Χ., και ο απόγονος από περίπου το 200 μ.Χ. (που μας κάνει μια διαφορά 500 ετών), αυτά τα δύο άτομα δεν θα μπορούσαν να συνεννοηθούν μεταξύ-τους (ή μάλλον, στην πραγματικότητα, η συνεννόηση θα χώλαινε υπερβολικά).

Υπάρχει μήπως κανένα χρονικό σημείο που μπορούμε να το δείξουμε και να πούμε “Ορίστε! Τότε είναι που εμφανίστηκε ο πρώτος ομιλητής της νεοελληνικής”; Ασφαλώς όχι. Υπάρχει μόνο σταδιακή αλλαγή, όχι ξαφνική εμφάνιση του πρώτου ομιλητή της νεοελληνικής. Αλλά αν και ο κάθε γονέας μπορεί να συνεννοηθεί θαυμάσια με τα παιδιά-του (και με τα εγγόνια-του, προφανώς), εντούτοις η αλλαγή μέσα σ’ εκείνους τους αιώνες ήταν τέτοια που ο αρχαίος ομιλητής δεν θα μπορούσε να συνεννοηθεί με το σύγχρονο ομιλητή, αν μπορούσαν να βρεθούν μαζί στον ίδιο χρόνο.

Ακριβώς η ίδια ιδέα μπορεί να μεταφερθεί στην έννοια της αλλαγής από το προγονικό-μας είδος Homo erectus (που αντιστοιχεί στα “αρχαία Ελληνικά”), στο δικό-μας είδος, Homo sapiens (που αντιστοιχεί στα “νέα Ελληνικά”). Ας δούμε το παρακάτω διάγραμμα.

Υπάρχει καμιά διαφορά μεταξύ αυτού του διαγράμματος και του προηγούμενου; Όχι και καμιά ιδιαίτερη. Μόνο η ορολογία έχει αλλάξει. Και τα ενδιαφέροντα σημεία στον παραλληλισμό μας είναι τα ακόλουθα:
 

Η προηγούμενη έννοια της γλώσσας, τώρα αντιστοιχεί στο DNA ενός ατόμου·
και η ικανότητα συνεννόησης μεταξύ δύο ατόμων αντιστοιχεί
στην ικανότητα για ζευγάρωμα και γέννηση γόνιμων απογόνων.

 
Έτσι λοιπόν, αν πάρουμε δύο άτομα από το “δικό-μας” είδος, Homo sapiens, που είναι στη βαθιά κόκκινη περιοχή, ανεξάρτητα από το πόσο απέχουν στο χρόνο αυτά τα δύο άτομα, θα μπορούσαν να παράγουν γόνιμα τέκνα μετά το ζευγάρωμά-τους (υποθέτοντας οτι πρόκειται για άντρα και γυναίκα), επειδή το DNA-τους θα ήταν αρκούντως παρόμοιο. Το ίδιο πράγμα θα συνέβαιανε κι αν παίρναμε δύο άτομα του προγονικού-μας είδους, Homo erectus, από την περιοχή με το βαθύ ροζ χρώμα στο διάγραμμα. Και πάλι, το DNA αυτών των δύο ατόμων, ανεξάρτητα από το πόσο απέχουν στο χρόνο, θα ήταν αρκούντως παρόμοιο για να επιτρέψει τη γέννηση γόνιμων απογόνων. Γιαυτό λέμε οτι αυτά τα δυο άτομα ανήκουν στο ίδιο είδος, H. erectus, ενώ τα άλλα δυο ανήκουν σε άλλο είδος, το H. sapiens. Αλλά αν πάρουμε ένα “ροζ” κι ένα “κόκκινο” άτομο, το DNA-τους θα διαφέρει τόσο ώστε να μην επιτρέψει τη γέννηση γόνιμων τέκνων. Μπορεί οι πιθανότητες να πετύχει το ζευγάρι τη γέννηση ενός υγιούς παιδιού να είναι μηδαμινές (ας πούμε, μια στο εκατομμύριο). Ή οτι μερικές φορές παιδιά θα μπορούσαν να γεννηθούν, αλλά αυτά τα παιδιά θα ήσαν ανίκανα να κάνουν δικά-τους παιδιά· θα ήσαν λοιπόν στείρα, ή αλλιώς — από την άποψη της διάδοσης των γονιδίων — θα επρόκειτο για “αδιέξοδα”.

Εντούτοις, η ροζ περιοχή δεν αλλάζει απότομα σε κόκκινη, αλλά σταδιακά. Ποτέ δεν εμφανίζεται ένα “Πρώτο Κόκκινο” άτομο. Αν πάρουμε δύο οποιαδήποτε άτομα του αντίθετου φύλου που ανήκουν σε διαδοχικές γενεές (αλλά όχι από την ίδια οικογένεια προφανώς, αποφεύγοντας την αιμομιξία), αυτά τα δύο άτομα (ένα απ’ τη γενεά των γονέων κι ένα απ’ τη γενεά των παιδιών) θα μπορούσαν να ζευγαρώσουν και ν’ αποκτήσουν γόνιμα τέκνα. Θα ανήκαν στο “ίδιο είδος”, ακόμα κι αν διαλέγονταν από τη μεταβατική εποχή μεταξύ περίπου 200.000 με 150.000 χρόνια πριν, γιατί το DNA-τους θα ήταν αρκούντως παρόμοιο.

Πώς τα γνωρίζουμε όλ’ αυτά; Πόσο βέβαιοι είναι οι επιστήμονες οτι τα παραπάνω είναι αληθινά; Έχουμε εξετάσει ποτέ το DNA ενός H. erectus, και τό ’χουμε συγκρίνει με το DNA ενός σύγχρονου ανθρώπου;

Όχι, κανένας δεν έχει απομονώσει DNA από απολιθωμένα κόκκαλα τόσο αρχαία όσο εκείνα που ανήκουν σε άτομα του είδους H. erectus. Το αρχαιότερο DNA που έχει απομονωθεί μέχρι την εποχή που γράφτηκε αυτό το κείμενο (τέλη 2005) είναι ηλικίας μερικών δεκάδων χιλιάδων ετών. Αλλά οι παλαιοανθρωπολόγοι (επιστήμονες που μελετούν την προέλευση του ανθρώπινου είδους) εξετάζουν τα απολιθώματα, και είναι αρκετά έμπειροι ώστε να μπορούν να πουν με κάποια βεβαιότητα πότε ένας σκελετός πρέπει ν’ ανήκει σε ένα είδος, και πότε σε άλλο. Στην πραγματικότητα, θα είμαστε σχεδόν 100% βέβαιοι μόνο όταν αποκτήσουμε DNA ενός ατόμου H. erectus, και αυτό θα πάρει καιρό, γιατί όσο αρχαιότερο το απολίθωμα τόσο πιο απίθανο είναι να έχει διατηρηθεί το DNA. Αλλά δεν είναι αδύνατο να βρεθεί κάπου σ’ αυτόν τον πλανήτη. Ίσως κατεψυγμένο κάτω από τα αχανή ανεξερεύνητα στρώματα πάγου της Σιβηρίας (αν ο H. erectus έφτασε ποτέ ως εκεί).

Αλλ’ ας υποθέσουμε οτι βρίσκουμε κάποια μέρα ένα τέτοιο μόριο DNA, και αφού το συγκρίνουμε με σύγχρονο ανθρώπινο DNA αντιλαμβανόμαστε — προς έκπληξή-μας — οτι στην πραγματικότητα τα δυο μόρια DNA είναι αρκούντως παρόμοια ώστε να πούμε οτι τα άτομα που τα έφεραν ανήκουν στο “ίδιο είδος”: τα δυο άτομα θα ήταν κατ’ αρχήν σε θέση ν’ αποκτήσουν γόνιμα τέκνα μετά το ζευγάρωμα. Δεν θα κατέρριπτε αυτή η ανακάλυψη την εξήγηση που αναπτύχθηκε στις προηγούμενες παραγράφους σχετικά με την ανυπαρξία ενός “Πρώτου Ανθρώπου”;

Όχι, καθόλου. Μια τέτοια ανακάλυψη απλώς θα μετέφερε την εποχή του διαχωρισμού των ειδών πιο πίσω στο χρόνο. Εντάξει λοιπόν, ώστε δεν θα ήταν αυτό που αποκαλούμε H. erectus το είδος του οποίου θα είχαμε την τιμή να είμαστε οι απόγονοι. Θα ήμασταν το ίδιο είδος μ’ εκείνους, σ’ αυτή την περίπτωση. Και λοιπόν; Θα υπήρχε επομένως κάποιο άλλο είδος, ακόμα αρχαιότερο, που θα είχε αρκούντως διαφορετικό DNA ώστε να αποτυγχάνει στο ζευγάρωμα και την παραγωγή απογόνων μ’ “εμάς”. Αλλά και πάλι, η αλλαγή από εκείνο το είδος στο είδος erectus-sapiens θα ήταν “σταδιακή και μαζί απότομη”, όπως τη δείχνει το διάγραμμα με το ροζ και κόκκινο χρώμα. Άρα και πάλι δεν θα υπήρχε “Πρώτος Άνθρωπος”.

Αυτή η έννοια της “σταδιακής και μαζί απότομης” αλλαγής, παρεμπιπτόντως, είναι ίσως λίγο δύσκολο να γίνει κατανοητή, γιατί ακούγεται σαν σχήμα οξύμωρο: είναι σταδιακή, ή είναι απότομη; Αλλά νομίζω οτι τα παραπάνω χρωματιστά διαγράμματα απεικονίζουν με παραστατικό τρόπο το πώς η αλλαγή μπορεί να είναι καί σταδιακή καί απότομη, χωρίς αντίφαση:

  • Η αλλαγή είναι σταδιακή γιατί μεταξύ οποιωνδήποτε δύο διαδοχικών γενεών, η διαφορά (στο DNA, στη δομή της γλώσσας) είναι απειροελάχιστη· οπότε, διαδοχικές γενεές μπορούν να “επικοινωνήσουν” (να μεταφέρουν τα γονίδιά-τους, να αλληλλοκατανοήσουν τις ιδέες-τους). Η αλλαγή λοιπόν είναι σταδιακή όταν παίρνουμε το μεγεθυντικό φακό και κοιτάμε τις γενεές εκ του σύνεγγυς.
  • Αλλά επίσης η αλλαγή είναι απότομη όταν ειδωθεί σε μεγαλύτερη κλίμακα: για πολύν καιρό δεν υπάρχει σχεδόν καθόλου αλλαγή (ίδιο είδος, ίδια γλώσσα), το οποίο ονομάζεται στάσις στη βιολογία· αλλά μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα (“σύντομο” σχετικά μιλώντας βέβαια), συμβαίνουν αλλαγές που συσσωρεύονται “γρήγορα”, οπότε καταλήγουμε σε διαφορετικό “είδος” (άλλο βιολογικό είδος, άλλη γλώσσα). Η αλλαγή φαίνεται απότομη όταν απομακρυνθούμε από το διάγραμμα και το δούμε από απόσταση.

Τα παρόντα επιχειρήματα ισχύουν βέβαια για οποιαδήποτε δύο είδη που έχουν άμεση σχέση προγόνου-απογόνου· δεν περιορίζονται στην περίπτωση της ανθρώπινης γενεαλογίας.


Παρόλο που δεν σχετίζεται με το θέμα του “Πρώτου Ανθρώπου”, νομίζω πως είναι χρήσιμο να αναφέρω και τα παρακάτω, για να ικανοποιήσω κάποιους αναγνώστες που έχουν την ακόλουθη απορία.

Κάποιοι αισθάνονται άβολα όταν διαβάζουν αυτά τα πράγματα. Μια (δυστυχώς κοινή ακόμη) απορία είναι η εξής: «Μα τι σημαίνουν επιτέλους όλ’ αυτά, οτι καταγόμαστε λοιπόν από τους χιμπαντζήδες

Όχι, οι χιμπανζήδες δεν είναι πρόγονοί-μας· αλλά έχουμε κοινό πρόγονο μαζί-τους. Συνεπώς, είμαστε σαν “ξαδέρφια” μ’ εκείνους. Ε, και λοιπόν; Μα έχουμε επίσης κοινό πρόγονο και με τους σκύλους και τις γάτες· και με τα άλογα· και με τα πτηνά· και με τα ψάρια· και με τα φυτά· και με τα βακτήρια· και με κάθε ζωντανό οργανισμό σ’ αυτόν τον πλανήτη. Προς τι η αναστάτωση με τα συμπαθητικά τετράχειρα;

Για να πούμε την αλήθεια, υπάρχει κάτι το ιδιαίτερο σχετικά με μας και τους χιμπαντζήδες. Είναι το οτι απ’ όλα τα έμβια όντα στη Γη, οι χιμπαντζήδες έχουν το DNA που είναι το πιο παρόμοιο με το δικό-μας. Αυτό είναι ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός, όπως το οτι “η Γη είναι στρογγυλή”· δεν επιδέχεται αμφισβήτηση: παίρνουμε ας πούμε το DNA του χιμπαντζή στο εργαστήριο (ένα στατιστικό μέσο από ορισμένα άτομα), και το σύγχρονο ανθρώπινο DNA (και πάλι ένα στατιστικό μέσο), τα συγκρίνουμε, και βρίσκουμε κάποιες διαφορές. Αν το κάνουμε αυτό για οποιοδήποτε άλλο ζωντανό πλάσμα στη Γη, θα βρούμε οτι το DNA του χιμπαντζή έχει τις λιγότερες διαφορές από το δικό-μας DNA. Αυτό είναι όλο κι όλο. Και γι αυτό μοιάζουμε πιο πολύ με τους χιμπαντζήδες παρά με τους ρινόκερους.

Κι άμα συνεχίσουμε τις συγκρίσεις-μας με το DNA, θα βρούμε οτι το αμέσως επόμενο πιο όμοιο DNA με το δικό-μας μετά το χιμπαντζή (τα δύο είδη χιμπαντζήδων, στην πραγματικότητα: τον κοινό, και τον μπονόμπο, ή “πυγμαίο”), είναι εκείνο του γορίλλα. Και μετά το γορίλλα ακολουθεί ο ουραγκοτάγκος. Και μετά ο γίββων. Και μετά, πιο μακρινά ακόμα, είναι τα DNA των διαφόρων μαϊμούδων. Αλλά και πάλι, όλα αυτά τα DNA είναι πιο κοντά στο δικό-μας απο το DNA, ας πούμε, του ελέφαντα.

Όλ’ αυτά είναι αδιαμφισβήτητα γεγονότα. Και η θεωρία της εξέλιξης εξηγεί αυτά τα γεγονότα. Μας λέει, για παράδειγμα, οτι ο κοινός-μας πρόγονος με τους χιμπαντζήδες έζησε πιο πρόσφατα από τον κοινό-μας πρόγονο με τον γορίλλα. Είναι σαν να είμαστε πρώτα ξαδέρφια με το χιμπαντζή, αλλά δεύτερα ξαδέρφια με το γορίλλα (και τρίτα ξαδέρφια με τον ουραγκοτάγκο, κ.ο.κ.). Αν κάποιοι αναγνώστες αισθάνονται ντροπή που έχουμε τέτοιους συγγενείς, θα απαντούσα οτι προσωπικά αισθάνομαι πιο περήφανος για τη συγγένειά-μου με τον ειρηνικό χιμπαντζή μπονόμπο, παρά για κείνη με κάποιους συνανθρώπους-μου όπως ο Χίτλερ και ο Πολ Ποτ. Εσείς τι λέτε;


Απόψεις που διατύπωσαν αναγνώστες αφού διάβασαν την παρούσα σελίδα

Ένας αναγνώστης από κάποια διαδικτυακή ομάδα συζήτησης έγραψε τα παρακάτω (στη δική-τους σελίδα· όλο το κείμενο εδώ):

Προφανώς αυτό το άτομο [δηλ. εγώ, ο συγγραφέας της παρούσας σελίδας] δεν έχει ακούσει για τη λανθασμένη λογική του “λάθος παραλληλισμού”. Εξηγεί, αποδεικνύει το επιχείρημά-του μέσω ενός παραλληλισμού. Όμως το πρόβλημα είναι οτι μπορούμε να αποδείξουμε οτιδήποτε χρησιμοποιώντας παραλληλισμούς.

Στην προκειμένη περίπτωση, ένα άτομο μπορεί ν’ αλλάξει από ομιλητής “παλαιών Ελληνικών” σε ομιλητή “νέων Ελληνικών”, και αντιστρόφως, κατά βούληση. Το φράγμα μεταξύ παλαιών Ελληνικών και νέων Ελληνικών διαπερνάται με ευκολία. Οι ηθοποιοί μπορούν να μιλάνε με πολλές διαφορετικές προφορές και γλώσσες.

Εντούτοις, υπάρχει ένα φράγμα μεταξύ των έμβιων και των μη-έμβιων όντων, μεταξύ μιας γάτας κι ενός σκύλου, μεταξύ ενός ανθρώπου και κάποιου άλλου όντος της δημιουργίας. Αυτό το φράγμα δεν μπορεί να διαπεραστεί κατά βούληση. Μπορώ να πάω μπρος-πίσω μεταξύ πράσινου και γαλάζιου, αλλά δεν μπορώ να πάω μπρος-πίσω μεταξύ ανθρώπων και μη-ανθρώπων κατά βούληση (εκτός ασφαλώς από την επιστημονική φαντασία == “Ο Άνθρωπος-Μύγα”, και άλλες τέτοιες ανοησίες.

Βασίζει το επιχείρημά-του, το θεμέλιο του επιχειρήματός-του είναι ένας παραλληλισμός που είναι λανθασμένος εκ βάθρων.

Η παραπάνω άποψη του αναγνώστη αυτού πάσχει σε δύο σημεία:

1. Δεν επιχειρώ να “αποδείξω” οτιδήποτε με τον παραπάνω παραλληλισμό. Πρώτ’ απ’ όλα, πραγματικές αποδείξεις δεν υπάρχουν σε κανέναν τομέα εκτός των μαθηματικών. Κάθε χρήση της λέξης “απόδειξη” οπουδήποτε αλλού αποτελεί κατάχρηση του όρου. Αλλά αφήνοντας την καταχρηστική γλώσσα κατά μέρος, και αντικαθιστώντας το “αποδεικνύει...” (στην πρώτη παράγραφο ανωτέρω) με το “προσφέρει ενδείξεις για...”, ακόμη κι αυτή η ιδέα είναι λάθος: δεν επιχειρώ να προσφέρω ενδείξεις για τίποτα. Ένας παραλληλισμός δεν προσφέρει ενδείξεις· απλώς προσκαλεί το πνεύμα να αφαιρέσει τις παρωπίδες-του και να επεκτείνει τους ορίζοντές-του, κάνοντας μια αντιστοιχία μεταξύ μιας άγνωστης ιδέας ή κατάστασης, και μιας υποτιθέμενα πιο οικείας. Ο παραλληλισμός είναι βοήθημα σκέψης, όχι εργαλείο απόδειξης.

2. Το κύριο επιχείρημα του παραπάνω αναγνώστη είναι οτι κάνω έναν “λάθος παραλληλισμό”, επειδή λέει υπάρχει ένα φράγμα (υιοθετώ την ορολογία-του) μεταξύ ειδών (π.χ. μια γάτα δεν μπορεί να γίνει σκύλος, ή αντιστρόφως), ενώ δεν υπάρχει τέτοιο φράγμα μεταξύ ομιλητών γλωσσών όπως τα αρχαία και τα νέα Ελληνικά. Αυτή η ιδέα είναι λάθος για δύο λόγους:

2α. Δεν είναι σωστό οτι οι ομιλητές μπορούν να αλλάξουν την ομιλία-τους μεταξύ γλωσσών όπως τα αρχαία και τα νέα Ελληνικά. Αναφέρομαι σε ιθαγενείς ομιλητές.(3) Τα αρχαία Ελληνικά, όπως όλοι ξέρουμε, είναι μια νεκρή γλώσσα, που σημαίνει οτι δεν υπάρχει σήμερα ιθαγενής ομιλητής-της εν ζωή. Μια νεκρή γλώσσα δεν μπορούμε να την κάνουμε να αναβιώσει: δεν μπορούμε να έχουμε ιθαγενείς ομιλητές των αρχαίων Ελληνικών σήμερα, ανεξάρτητα από το με ποιόν τρόπο θα προσπαθήσουμε. Διότι για να έχουμε έναν ιθαγενή ομιλητή χρειάζεται να υπάρχει μια κοινότητα άλλων ιθαγενών ομιλητών μέσα στην οποία θα μεγαλώσει ο ομιλητής αυτός από πολύ νεαρά ηλικία. (Υπάρχει ένα “παράθυρο ευκαιρίας” — όρος που χρησιμοποιείται στην αναπτυξιακή γλωσσολογία — που προσφέρεται σε κάθε διανοητικά φυσιολογικό παιδί, και που είναι διαθέσιμο από τη γέννηση μέχρι τα πρώτα εφηβικά χρόνια· ένα παιδί που δεν εκτίθεται σε μια δοσμένη γλώσσα μέσα σ’ αυτό το παράθυρο ευκαιρίας, δεν μπορεί να γίνει ιθαγενής ομιλητής της γλώσσας αυτής.) Δεδομένου οτι δεν υπάρχει κοινότητα ανθρώπων που να μιλούν την αρχαία Ελληνική, έπεται οτι δεν μπορούμε να έχουμε έναν ιθαγενή ομιλητή της αρχαίας στην εποχή-μας.(4)

2β. Ακόμα κι αν το παραπάνω (2α) δεν ήταν σωστό, δηλαδή ακόμα κι αν δεν υπήρχε φράγμα μεταξύ αρχαίων και νέων Ελληνικών, πρέπει κανείς να έχει κάποια αίσθηση του ποια χαρακτηριστικά ενός παραλληλισμού είναι ουσιώδη και ποια άσχετα. Ένας παραλληλισμός δεν είναι ισομορφισμός, ώστε να υποχρεώνει κάθε λεπτομέρεια να έχει το αντίστοιχό-της μεταξύ των δύο αντιστοιχιζόμενων δομών. Για παράδειγμα, το DNA πολλαπλασιάζεται με τη σεξουαλική αναπαραγωγή (τουλάχιστο στην περίπτωση των ειδών που μας ενδιαφέρουν), οπότε απαιτείται ένα θηλυκό κι ένα αρσενικό άτομο του είδους· όμως δεν υπάρχει τίποτα το ανάλογο προς τη σεξουαλική αναπαραγωγή στην περίπτωση της γλώσσας. Απ’ την άλλη μεριά κάθε γλώσσα έχει μια υποχρεωτική προφορική ύπαρξη και μια προαιρετική γραπτή μορφή, αλλά δεν υπάρχει κανένα ανάλογο αυτών στην περίπτωση του DNA. Επίσης, οι ομιλητές μπορούν να είναι δίγλωσσοι, ή ακόμα και τρίγλωσσοι, κλπ., δηλ. να είναι ιθαγενείς ομιλητές περισσότερων της μιας γλωσσών, εάν μεγαλώσουν σε κατάλληλο πολυγλωσσικό περιβάλλον· ενώ τα έμβια όντα δεν μπορούν ν’ ανήκουν σε παραπάνω από ένα είδη. Όλες αυτές οι διαφορές (όπως και η υποτιθέμενη που προτάθηκε από τον αναγνώστη) είναι άσχετες με τον παραλληλισμό, η ουσία του οποίου είναι οτι όπως δεν είναι υποχρεωμένος κανείς να προϋποθέσει την ύπαρξη ενός πρωταρχικού ομιλητή μιας γλώσσας, έτσι δεν είναι υποχρεωμένος να προϋποθέσει την ύπαρξη ενός προγονικού ατόμου (ή ζεύγους, γυναίκας και άντρα) ενός είδους. (Και πάλι, αυτό δεν είναι “απόδειξη” ή ένδειξη για οτιδήποτε· είναι απλώς μια πρόταση, οτι είναι λογικά αποδεκτό να μην υπάρχει ένα και μόνο άτομο ή ζεύγος που να είναι μοναδικός πρόγονος ενός ολόκληρου είδους.)

Άλλες απόψεις, που διατυπώνονται είτε στο διαδίκτυο είτε στην προσωπική-μου αλληλογραφία, θα απαντούνται εδώ, αν κατά την άποψή-μου θέτουν κάποιο ενδιαφέρον επιχείρημα. Η ταυτότητα του φέροντος την άποψη δεν θα δημοσιοποιείται εφόσον αυτό δεν είναι επιθυμητό.


Σημειώσεις (κάνοντας κλικ στον αριθμό μεταφέρεστε πίσω στο κείμενο)

1. Πώς το ξέρουμε αυτό; Επειδή δεν έχει βρεθεί κανένας απολιθωμένος σκελετός ή μεμονωμένο κόκκαλο του δικού-μας είδους, Homo sapiens, που η ηλικία-του να είναι αρχαιότερη από περίπου 200.000 χρόνια.

2. Για όσους ενδιαφέρονται πραγματικά για τους ιστορικούς λόγους, έχουν να κάνουν με τις κατακτήσεις του Μ. Αλεξάνδρου. Στους αιώνες μετά το θάνατό-του, πολύς κόσμος από την Ασία και Βόρεια Αφρική έμαθε να μιλάει Ελληνικά. Το ίδιο και οι Ρωμαίοι. Έτσι η Ελληνική έγινε η διεθνής γλώσσα της εποχής. Επειδή όμως άρχισαν να τη μιλούν πλέον όχι μόνο οι Έλληνες του Ελλαδικού χώρου και των αποικιών, αλλά κι ένα σωρό “βάρβαροι” (όπως έλεγαν τότε τον κάθε μη Έλληνα), η Ελληνική “παρεφθάρη”. Αυτό το φαινόμενο έχει επαναληφθεί πολλές φορές στην Ιστορία, όπως π.χ. με τα Αγγλικά: άλλα τα Αγγλικά που μιλάνε οι Άγγλοι, άλλα τα Αμερικάνικα, άλλα τα Αγγλικά των Αυστραλών, των Ινδών, κλπ. (παρόλο που οι διαφορές δεν έχουν ακόμα γίνει τόσο μεγάλες ώστε να μην υπάρχει συνεννόηση μεταξύ των ομιλητών της Αγγλικής). Επίσης, αντίθετα με τη σημερινή εποχή, στα αρχαία χρόνια δεν υπήρχε τηλεόραση και ραδιόφωνο ώστε να τυποποιηθεί η γλώσσα και να επικρατήσει κάποιο στάνταρ, π.χ. η αρχαία Αττική διάλεκτος. Σήμερα η “κοινή Αμερικανική” ακούγεται κι επιβάλλεται σ’ όλο τον αγγλόφωνο κόσμο, λόγω Χόλλυγουντ και τηλεοπτικών σειρών. Τότε όμως, ούτε η Αθήνα ούτε καμιά άλλη Ελληνική πόλη είχαν τέτοια προνόμια, οπότε οι υπόλοιποι ομιλητές της Ελληνικής τελικά επέφεραν τις αλλαγές που οδήγησαν στα Ελληνικά των Βυζαντινών χρόνων, που γίνονται εύκολα κατανοητά από εμάς, τους σύγχρονους ομιλητές.

3. Γιατί ο παραλληλισμός λειτουργεί μόνο αν πρόκειται για ιθαγενείς ομιλητές; Επειδή οι γλώσσες ορίζονται κυρίως βάσει των λέξεων και φράσεων που παράγουν οι ιθαγενείς ομιλητές-τους. Οι μη-ιθαγενείς ομιλητές μπορούν να δρουν ως καταλύτες, εισάγοντας νεολογισμούς και συνεισφέροντας στην εξέλιξη της γλώσσας, όπως περιγράφει η υποσημείωση 2, αλλά δεν καθορίζουν ποια είναι η γλώσσα. Αν συμπεριλάβουμε, για παράδειγμα, τα κουτσά-στραβά Ιταλικά-μου σαν μέρος της Ιταλικής γλώσσας (επειδή τυχαίνει να ξέρω μερικές Ιταλικές λέξεις και μπορώ να κάνω υποθέσεις για το πώς να τις βάλω στη σειρά για να φτιάξω φράσεις), και το επαναλάβουμε αυτό με κάθε μη-ιθαγενή ομιλητή της Ιταλικής, τότε η Ιταλική γλώσσα θα αλλάξει χαρακτήρα· θα πάψει να είναι αυτό που είναι — δεν θα είναι αναγνωρίσιμη σαν Ιταλική πλέον.

4. Εντούτοις μπορούμε να φανταστούμε το ακόλουθο “πείραμα σκέψης”: ας υποθέσουμε οτι ένας αριθμός λάτρεων της αρχαίας Ελληνικής μαζεύεται σ’ ένα μέρος και δημιουργούν μια κοινότητα. Όλοι ξέρουν αρχαία Ελληνικά σαν δεύτερη γλώσσα, δηλ. δεν είναι ιθαγενείς ομιλητές-της. Όμως ζουν όλοι στην ίδια περιοχή, παντρεύονται μόνο μεταξύ των μελών της κοινότητάς-τους, και μεγαλώνουν τα παιδιά-τους μιλώντας-τους μόνο στα αρχαία Ελληνικά που γνωρίζουν. Η σύγχρονη θεωρία γλωσσολογίας τότε προβλέπει οτι τα παιδιά που θα μεγαλώσουν σ’ αυτές τις συνθήκες θα γίνουν ιθαγενείς ομιλητές της αρχαίας Ελληνικής (ή μιας κάποιας προσέγγισής-της), διορθώνοντας αυτόματα τα μη-ιθαγενή λάθη των γονιών-τους. (Πρέπει να υποθέσουμε οτι οι γονείς είναι πολύ καλοί μη-ιθαγενείς ομιλητές, αλλιώς τα παιδιά μπορεί να συγκλίνουν σε μια γλώσσα πολύ διαφορετική από την πραγματική αρχαία Ελληνική.) Παραδείγματα παρόμοιων καταστάσεων έχουν παρατηρηθεί σε κοινότητες που μιλούσαν γλώσσες pidgin (δηλ. συνονθυλεύματα λέξεων και φράσεων διαφόρων γλωσσών, όπως έγινε με σκλάβους που κατέληξαν από διάφορα μέρη της Αφρικής σε νησιά της Καραϊβικής), όπου τα παιδιά που μεγάλωσαν σε τέτοιες κοινότητες έγιναν ιθαγενείς ομιλητές γλωσσών κρεολών (δηλ. γλωσσών που απέκτησαν το συντακτικό που τους απέδωσαν τα παιδιά που τις δημιούργησαν).


Σχόλια, γνώμες, ή προτάσεις? Στείλτε email στο συγγραφέα

Πίσω στις σελίδες Βιολογίας

Πίσω στην προσωπική ιστοσελίδα του Χάρη