Βόλτα στο Μεδεγίν (Medellín)Οι παρούσες φωτογραφίες (Ιούλιος 2019) είναι υποσύνολο ενός μεγαλύτερου συνόλου φωτογραφιών από την Κολομβία, που έβγαλε ο κάτοχός τους. Ως “γαμήλιο ταξίδι”, μερικές ημέρες μετά από το γάμο-μας, πήγαμε για τρεις μέρες (γιατί τόσο μόνο μπορούσε να λείψει από τη δουλειά-της η Μαρικάρμεν) στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Κολομβίας: το Μεδεγίν. Δεν ξέρω, αλλά όταν ακούω να μου λένε: «Πήγαμε στην πόλη Ούγκα-Μπούγκα, της (χώρας) Κούλ’-Ακούμπα-τα-Μπαούλ’-Αλλού», αναρωτιέμαι πού βρίσκεται αυτή η “Ούγκα-Μπούγκα” εντός της επικρατείας της Κούλ’-Ακούμπα-κλπ. Θέλω να έχω εικόνα. Αυτή λοιπόν την εικόνα της Κολομβίας, και της θέσης σ’ αυτή της πρωτεύουσας Μπογκοτά όπου μένουμε, και του Μεδεγίν που επισκεφτήκαμε, θέλω να μεταφέρω πρώτα στον αναγνώστη. Και θα ακολουθήσουν οι φωτογραφίες. Η Κολομβία πρώτα, λοιπόν. Η Κολομβία είναι μια χώρα που δεν βρίσκεται στη Μεσόγειο. (Το λέω αυτό για τους φίλους και συγγενείς-μου που είναι άτομα με ειδικές γεωγραφικές ανάγκες — ξέρουν αυτοί.) Ούτε στην Αφρική βρίσκεται, παιδιά. Βρίσκεται σ’ εκείνη τη μακρινή ήπειρο που σπάνια μας απασχολεί στις ειδήσεις — εκτός δηλαδή αν γίνεται κανα Μουντιάλ εκεί): τη Νότια Αμερική. Ορίστε ένας παγκόσμιος χάρτης, με τη Κολομβία σημαδεμένη με κόκκινο χρώμα:
Ολόκληρο αυτό το αμυγδαλοειδές άσπρο στα αριστερά, όπου είναι η Κολομβία, λέγεται Νότια Αμερική (Αννούλα). Η μεγάλη χώρα κάτω-δεξιά της Κολομβίας είναι η Βραζιλία. Και ακριβώς δεξιά της Κολομβίας, δηλαδή στο βορειότερο άκρο της Νότιας Αμερικής, είναι η περίφημη Βενεζουέλα, ο σοσιαλιστικός παράδεισος του συντρόφου Μαδούρο (επιστήθιου φίλου του δικού-μας αριστερού “τσάκαλου”, του Τσίπρα, που επιδιώκει εναγωνίως να μετατρέψει την Ελλάδα σε σοσιαλιστικό παράδεισο τύπου Βενεζουέλας). Παρόλο που θα αναφερθώ στο Μεδεγίν της Κολομβίας, η Βενεζουελα παίζει κι αυτή κάποιο ρόλο, λόγω των εκατομμυρίων (στην κυριολεξία) Βενεζουελάνων προσφύγων που φεύγουν σαν κυνηγημένοι από τον παράδεισο του Μαδούρο, και καταλήγουν ζητιάνοι στους δρόμους των πόλεων της Κολομβίας, και ιδίως του Μεδεγίν. (Από τακτ, δεν πήρα φωτογραφία κανέναν από αυτούς — τί να πάρω; τις μάνες που θηλάζουν τα μωρά-τους στους δρόμους, ντυμένες με κουρέλια, και με τους συζύγους-τους από γύρω να κοιτάνε να ζητήσουν κάτι φαγώσιμο για το μωρό; Ή τα ξυπόλητα κοριτσάκια που ζητιανεύουν κι αυτά, είτε για λεφτά σε πέσος, είτε — αν είναι εφηβικής ηλικίας και πάνω — καταλαβαίνετε για τί;) Κατάντια πραγματική για τους Βενεζουελάνους, που επηρεάζει με διάφορους τρόπους και τη χώρα όπου μένω. Και είναι η πάλαι ποτέ μεσαία τάξη των Βενεζουελάνων που έχει μετατραπεί σε ζητιάνους της Κολομβίας. Αλλά ας επιστρέψουμε στη γεωγραφική-μας ξενάγηση. Ορίστε η Κολομβία, σε απομόνωση:
Χρωμάτισα με κόκκινο τα χερσαία σύνορα της Κολομβίας, για να γίνεται καλύτερα η σύγκριση του σχήματος της χώρας με τον προηγούμενο χάρτη. Βλέπουμε τη Μπογκοτά περίπου στο κέντρο της χώρας, ενώ τη “δεύτερη τη τάξει” πόλη, το Μεδεγίν, πάνω και αριστερά της Μπογκοτά. Παρόλο που η απόσταση μεταξύ των δύο πόλεων είναι 420 χλμ (λίγο λιγότερο από το Αθήνα – Θεσσαλονίκη), με αυτοκίνητο την κάνει κανείς σε οκτώμισι ώρες, γιατί είναι πολύ ορεινή περιοχή. (Πρόκειται για τις Άνδεις, τη μακρύτερη οροσειρά της Γης, που διατρέχει ολόκληρο το μήκος της Νότιας Αμερικής.) Ενώ η Μπογκοτά βρίσκεται σε υψόμετρο 2500 μέτρα, το Μεδεγίν είναι κι αυτό όχι χαμηλά: στα 1500 μέτρα. Έτσι πήγαμε αεροπορικώς στο Μεδεγίν, και φτάσαμε σε 20–25 λεπτά περίπου. Πριν καλά-καλά απογειωθεί το αεροπλάνο, προσγειώθηκε. (Ούτε πορτοκαλάδα δεν πρόλαβαν να μας προσφέρουν στην πτήση.) Παρεμπιπτόντως, στο χάρτη βλέπουμε και κάτι άλλο: όλες οι κύριες πόλεις της Κολομβίας είναι πάνω και αριστερά. Ενώ προς τα κάτω και δεξιά, όλη εκείνη η περιοχή που δεν έχει σημειωμένη καμιά πόλη, είναι κυρίως η ζούγκλα του Αμαζονίου — εκεί όπου κρύβονταν οι “αριστεροί” επαναστάτες και έμποροι των καρτέλ ναρκωτικών, και προκαλούσαν τον εμφύλιο πόλεμο στη χώρα, μέχρι που επήλθε συμφωνία ειρήνευσης το 2017. Ένα μεγάλο μέρος της Κολομβίας λοιπόν είναι υποανάπτυκτο, όπου ζουν Ινδιάνοι (που βρίσκονται στην εποχή των κυνηγών – τροφοσυλλεκτών) και έμποροι και καλλιεργητές ναρκωτικών, δηλαδή κυρίως κόκας. Η κυβέρνηση “προσπαθεί” να εξαλείψει τα ναρκωτικά, αλλά υπάρχει μεγάλη διαφθορά, και έχω την εντύπωση οτι απλώς καλλιεργεί την εικόνα οτι “προσπαθεί”. Μια που ανέφερα τα ναρκωτικά, ας σημειώσω και ως “εισαγωγή” οτι το Μεδεγίν έχει την (κακή για την πόλη) φήμη ως “πόλη του πρώην βαρώνου των ναρκωτικών, Πάμπλο Εσκομπάρ”. Ο Εσκομπάρ ήταν ένας “νονός” που έγινε βαθύπλουτος τις δεκαετίες 1970 και 1980. Ζούσε σε επαύλεις, μέσ’ στη χλιδή, και το 1989 το περιοδικό Forbes τον ανέφερε ως τον έβδομο πλουσιότερο άνθρωπο στον κόσμο. Στην έπαυλή του είχε χτίσει και ένα εκκλησάκι, και μετά από κάθε φόνο κάποιου σημαντικού αντιπάλου-του, πήγαινε στο εκκλησάκι εκείνο και ευχαριστούσε το Θεό που τον βοήθησε να απαλλαγεί από τον εχθρό-του. Ώσπου τελικά βρήκε το θάνατο που του άξιζε το 1993, κυνηγημένος από την Κολομβιανή αστυνομία, στο Μεδεγίν. Αλλά ας πάμε επιτέλους στο Μεδεγίν.
Δεν πήρα πολλές φωτογραφίες της πόλης καθαυτό, γιατί δεν έχει κάτι το ιδιαίτερο ως πόλη. Σαν αντίγραφο της Μπογκοτά μου φάνηκε. Εδώ βλέπουμε μια άποψη από τη ρεσεψιόν του ξενοδοχείου-μας, που ήταν ένα πολυόροφο κτίριο σαν αυτά της φωτογραφίας. Εμείς ζητήσαμε απλώς «ένα δίκλινο με διπλό κρεβάτι» όταν κλείσαμε δωμάτιο από τη Μπογκοτά, κατά νου έχοντας τα μικρά ξενοδοχειάκια των Αιγαιοπελαγίτικων νησιών, όπου κάναμε τις διακοπές-μας τα καλοκαίρια μέχρι πριν δύο χρόνια. Και βρεθήκαμε στο 10ο όροφο ενός μεγαθηρίου, όπου μάλιστα, επειδή η εποχή ήταν “off season” και είχαν πολλά δωμάτια άδεια, μας έβαλαν σε μια σουΐτα τεραστίων (για τα δικά-μας δεδομένα) διαστάσεων, χωρίς να μας χρεώσουν κάτι παραπάνω. Έκανες αρκετά βήματα για να πας από τη μια άκρη του δωματίου στην άλλη, και το king size κρεβάτι χανόταν μέσα στον αχανή χώρο. Τουλάχιστον να είχε θέα, όντας στο 10ο όροφο; Ούτε αυτό, γιατί βλέπαμε τους δεκάτους ορόφους των γύρω κτιρίων. Τέλος πάντων, για τρεις μέρες την αντέξαμε τη χλιδή, τί να κάνουμε. Την πρώτη μέρα επισκεφθήκαμε την πλατεία Μποτέρο, όπου βρίσκεται το Μουσείο Τεχνών. Ο Φερνάντο Μποτέρο, γεννημένος στο Μεδεγίν, είναι ένας από τους πιο φημισμένους καλλιτέχνες της Λατινικής Αμερικής, ζωγράφος και γλύπτης. Τώρα είναι 87 χρονών, και άκουσα οτι ζει κάπου στην Ιταλία. Τα έργα-του φημίζονται για το οτι όλες οι μορφές-τους (όχι μόνο ανθρώπινες, αλλά και ζώων) είναι “ευτραφείς” (προς το υπερ-παχύσαρκο θα έλεγα εγώ, ο αδαής), “παραφουσκωμένες” βρε παιδί-μου, σε σημείο που να νομίζεις πως θα σκάσουνε. Δείτε παρακάτω, και θα καταλάβετε.
Ο περίφημος καθεδρικός ναός του Μεδεγίν, και μπροστά-του η Πλατεία Μποτέρο. Δεν μπήκαμε μέσα στην εκκλησία, γιατί η ώρα ήταν περασμένη (απόγευμα, είχαμε ήδη επισκεφτεί το ζωολογικό κήπο) και η πύλη-της ήταν κλειστή, οπότε περιοριστήκαμε στα εκθέματα της πλατείας. Πάρτε τώρα μια γεύση περί του τί εστί Μποτέρο.
Βλέπετε αυτά τα “αγαλματίδια”; Είναι οι γλυπτές μορφές του Μποτέρο, εδώ σε χυτό μπρούντζο. Βλέπετε κι αυτή την κυρία που “στρογγυλοκάθεται” πάνω στην κολώνα; (Εδώ καταλαβαίνουμε τί θα πει “στρογγυλοκάθεται”, στην κυριολεξία.) Ας τη δούμε από μπροστά.
Είναι μία “μαμά”. Το έργο ονομάζεται “Μητρότητα” (“Maternidad”), του 1995. Το μωρό στην αγκαλιά-της είναι φυσικά κι αυτό παχύσαρκο. Δεν βυζαίνει (δεν ακουμπά το στόμα-του στο στήθος-της) — το σημειώνω αυτό γιατί από τη γωνία που έβγαλα τη φωτογραφία είναι παραπλανητική. Από τα χείλη-του ως τη θηλή έχει μια απόσταση 10 εκατοστών. Και, ως αδαής που είμαι, δεν καταλαβαίνω γιατί — αφού ονομάζεται “μητρότητα” — το μωρό δεν βυζαίνει! Τί στην ευχή. Κάτι δεν πάει καλά, εκτός αν κάτι άλλο ήθελε να μας πει ο σεβαστός κ. Μποτέρο. Πάμε παρακάτω.
Αυτή εδώ ονομάζεται «Γυναίκα ντυμένη» (“Mujer vestida”). Έργο μπρούντζινο (όπως όλα στην πλατεία), του 1989. Το κορίτσι με το παγωτό, και το αγόρι με το κινητό, θα είναι ως 15-16 χρονών (για να καταλάβετε το μέγεθος).
Ορίστε και μια “γυναίκα γυμνή”. Μισό λεπτό — δεν είναι αυτός ο τίτλος. Πρόκειται για «Γυναίκα ξαπλωμένη» (“Mujer reclinada”). Έργο του 1984. Πάντως εγώ, που εξακολουθεί να με εκνευρίζει η τέχνη όταν δεν καταλαβαίνω “γιατί πρέπει να είναι έτσι”, βρίσκω εκατό φορές αισθητικά πιο ωραίο το κορίτσι με το μπικινάτο φόρεμα, στο δεξί περιθώριο, που μόλις φαίνεται. (Αισθητικά πιο ωραίο, ε; Όχι σεξουαλικά — για να μην παρεξηγούμαστε κιόλας, γιατί είμαστε και μιας κάποιας ηλικίας.)
Αυτό εδώ δεν σας φαίνεται σαν “χοντρή γάτα”; (Έχει και μουστάκια.) Και όμως, ονομάζεται «Σκύλος» (“Perro”). Έργο του 1993. Τουλάχιστον να έκανε τα αυτιά-του λίγο πεσμένα βρε παιδί-μου, σαν κόκερ σπάνιελ να πούμε. Αυτό είναι εντελώς αιλουροειδές, αναντάν – μπαμπαντάν. Και πάλι θα την πω την κακία-μου: το πανευτυχές 6άχρονο ή 7χρονο κοριτσάκι που ποζάρει, μου φαίνεται πολύ-πολύ πιο τρισχαριτωμένο. (Τώρα, μπορεί να μην ήθελε τρισχαριτωμένη τη γάτα-του — εεε, συγνώμη, το σκύλο-του — ο κύριος Μποτέρο, αλλά κάτι άλλο να ήθελε να εκφράσει. Αλλά ξέρω κ’ εγώ τί ήθελε να πει ο ποιητής; Εκεί έχω πρόβλημα, όπως θα εξηγήσω παρακάτω.)
Η ανδρική φιγούρα στα δεξιά ονομάζεται «Αδάμ», ενώ η γυναικεία «Εύα». Αμ’ γιαυτό έφερε τον Κατακλυσμό ο Θεός. Διότι διαπίστωσε πόσο μπας-κλας ήταν οι φιγούρες των πρώτων ανθρώπων που έφτιαξε, και σκέφτηκε: «Μπα, κάτι δεν μου “κάθεται” καλά, έτσι όπως τους έφτιαξα. Ας ξεκινήσουμε από την αρχή.» Και είδεν ο Θεός οτι ου καλόν. (Ή μάλλον: οτι χοντρόν!) Και κατέπνιξεν αυτούς. Φαίνεται πως η οικογένεια του Νώε ήσαν άνθρωποι αντι-Μποτερικοί, σαν το φιντανάκι που απίθωσε το καφεδάκι-της παρά πόδα της Εύας, και το νεαρούλη που ξεκουράζεται πάνω στις ποδάρες του Αδάμ. Οπότε βγήκαμε εμείς οι απόγονοί τους πιο ραφινάτοι. Τώρα εξηγούνται όλα.
Μαντέψτε τίτλο. Ναι, σωστά μαντέψατε: «Σφίγγα» (“Esfinge”, 1995). Κατάλαβες τώρα Αννούλα γιατί το έντομο λέγεται σφήκα (με ήτα και κάππα, από το “η σφηξ, της σφηκός”), και όχι σφήγκα (με γάμμα-κάππα), όπως το λένε τα τούβλα οι συμπατριώτες-μας; Διότι είναι τούβλα, και μπερδεύουν τον ήχο της λέξης για το έντομο σφήκα με τη λέξη Σφίγγα, καρικατούρα της οποίας εικονίζεται άνωθεν. Εμείς όμως αρνούμαστε να συμφωνούμε με τα τούβλα. Από την εβραϊκή μυθολογία (“Αδάμ και Εύα”), πήγαμε τώρα στην αιγυπτιακή (“Σφίγγα”). Φευγαλέα όμως. Για να περάσουμε ευθύς αμέσως στην ελληνική.
Κάτι θυμίζει αυτό έτσι; Σωστά: η «Αρπαγή της Ευρώπης» (1991). Επομένως (συμπεραίνουμε, λογικά), το γαϊδουράκι είναι ταύρος. Ο Δίας δηλαδή. Και η “Ευρώπη” ποζάρει αυτάρεσκα, σαν φωτομοντέλο, και δεν της καίγεται καρφάκι που ένας ταύρος την πήρε πλέοντας στη θάλασσα! Ίσως να γνωρίζει το μέλλον: οτι θα την απιθώσει αργότερα ο ταύρος αυτός στην Κρήτη, κάτω από ένα κυπαρίσσι, θα μεταλλαχθεί σε Δία, και θα γεννηθούν μετά από καιρό οι τρεις γιοι-της: ο Μίνως, ο Ραδάμανθυς, και ο Σαρπηδών — έτσι λέει ο χαριτωμένος μύθος. Πάει η ελληνική μυθολογία, καταρρακώθηκε. Πάμε τώρα στη ρωμαϊκή ιστορία.
Τίτλος: «Ρωμαίος στρατιώτης» (“Soldado romano”), 1984. Τώρα, γιατί πρέπει να μη φοράει ρούχα ο Ρωμαίος στρατιώτης, αφού οι “γυμνήτες” (ελαφρά οπλισμένοι πεζικάριοι) ήσαν καθαρά ελληνική πατέντα, ενώ οι Ρωμαίοι φορούσαν πανοπλία, δεν το γνωρίζω. Φαίνεται πως ο ποιητής δεν ενδιαφέρεται και τόσο για την ακριβολογία. Γενικά, έχω “ένα θεματάκι” με τη μοντέρνα τέχνη. Κάτι με ενοχλεί, δεν ξέρω τί ακριβώς. Ίσως η παραποίηση της πραγματικότητας. Θα μου πεις, «Τέχνη είναι, ότι θέλει απεικονίζει “ο ποιητής”. Ελεύθερος είναι να δημιουργήσει ότι εμπνευστεί.» Σύμφωνοι, αλλά όταν παραποιεί αυθαίρετα την πραγματικότητα, εμένα με ενοχλεί. Δεν θέλω να μου λένε έμμεσα: «Εγώ έτσι βλέπω την πραγματικότητα», γιατί αισθάνομαι οτι η πραγματικότητα είναι το μόνο πράγμα στο οποίο μπορούμε να έχουμε ένα μίνιμουμ συμφωνίας οι άνθρωποι. Αν ο καθένας-μας βλέπει την πραγματικότητα αλλιώς, τότε διαφωνούμε σε όλα, και η διαφωνία είναι η πηγή κάθε δυστυχίας. Κι αν ο καθένας-μας ερμηνεύει με το δικό-του διαφορετικό τρόπο το κάθε δημιούργημα του μοντέρνου καλλιτέχνη, τότε πάλι όλοι διαφωνούμε με όλους, και ο καλλιτέχνης περνάει στον καθένα διαφορετικό μήνυμα, που είναι το ίδιο σαν να μην επικοινωνεί με κανέναν. Τότε για ποιον κάνει την τέχνη; Για τον εαυτό-του; Πολύ σολιψιστικό μου ακούγεται αυτό. Θα μου πεις (πάλι): «Άσε-μας βρε παιδάκι-μου στην τέχνη-μας! Αν θες να ξέρεις πώς είναι η πραγματικότητα, υπάρχει και η επιστήμη, που την περιγράφει με όσο το δυνατό μεγαλύτερη ακρίβεια. Κι αν θες να περνάμε μηνύματα, γράφε-τα εσύ στο twitter, στο facebook, στο email, στο παλιό ταχυδρομείο, σε μπουκάλα στη θάλασσα. Την τέχνη άσ’-τη στην ησυχία-της, να είναι μια παραποίηση της πραγματικότητας και χωρίς μηνύματα.» Εντάξει, την αφήνω. Τη μοντέρνα δηλαδή. Αποτυγχάνω να καταλάβω το λόγο της ύπαρξής της, γιαυτό την αφήνω.
Είχε κι άλλα εκθέματα εκεί στην πλατεία, αλλά να μη σας κουράζω. Πριν φύγουμε από την πλατεία, ορίστε και μια άποψη του Μουσείου Τέχνης, που βρίσκεται απέναντι από τον καθεδρικό ναό. Πριν από την Πλατεία Μποτέρο, είχαμε επισκεφτεί ένα λόφο όπου έχουν φτιάξει αναπαράσταση ενός Κολομβιανού χωριού του 19ου αιώνα, με την πλατεία-του, την εκκλησία, και τα χαμηλά σπίτια εκείνης της εποχής.
Εδώ βλέπουμε την πλατεία του αναπαριστώμενου χωριού. Έχει ένα συντριβάνι στο κέντρο-της (σε πρώτο πλάνο), μια εκκλησία, και σπίτια γύρω-γύρω.
Μέσα σε ένα από τα σπίτια, αναπαριστούν το με τί έμοιαζε ένα φωτογραφείο της εποχής, με την κάμερα στον τρίποδα, και τη λεκάνη από κάτω, για τα φωτογραφικά υγρά με τα οποία κάτι κάνανε στο φιλμ (δεν ξέρω τί, πάντως το εμφάνιζαν σε σκοτεινό θάλαμο).
Σε άλλο σπίτι φαίνεται μια εσωτερική μικρή αυλή του σπιτιού αυτού.
Και στο ίδιο σπίτι, βλέπουμε εδώ την κουζίνα-του, με τα κουζινικά σκεύη της εποχής. (Είπαμε, 19ος αιώνας!)
Ιδού και μια άποψη του εσωτερικού της αναπαριστώμενης εκκλησίας. Καθολικής, φυσικά: με τα αγάλματά της αντί για εικόνες, τα βιτρό τζάμια στους τοίχους, και την Αγία Τράπεζα εκτεθειμένη, χωρίς τέμπλο. (Τα κάδρα στους τοίχους δείχνουν κάποιες μορφές επισκόπων.)
Νωρίτερα, το πρωί, είχαμε επισκεφθεί το ενυδρείο, το ζωολογικό κήπο, και ένα άλλο μουσείο φυσικής και τεχνολογίας (από όπου και η παραπάνω φωτό). Αυτά όμως σε άλλη συλλογή φωτογραφιών, γιατί η παρούσα σελίδα παραγέμισε, και δύσκολα θα φορτώνεται. |