Η αβάσταχτη ελαφρότητα του πιστεύειν

Δυο λογικές αντιφάσεις για την έννοια “Θεός”



Κάποιοι φίλοι-μου με ρωτήσανε γιατί λέω οτι είμαι άθεος. Άλλοι ακολούθησαν ένα σύνδεσμο από την
προσωπική-μου ιστοσελίδα και βρέθηκαν εδώ, θέλοντας να μάθουν γιατί λέω πως δεν έχω θρησκεία. Παρακάτω, θα προσπαθήσω να ικανοποιήσω την περιέργεια των φίλων-μου, και των επισκεπτών-μου.

Μια μέρα έκανα σε μια θρησκευόμενη φίλη-μου την εξής ερώτηση: «Τι θα σήμαινε για σένα», της είπα, «αν γινόταν μια μέρα κατανοητό — αδιαμφισβήτητα όμως — οτι ο Θεός δεν υπάρχει;» Η φίλη-μου, αφού σκέφτηκε για λίγο την ερώτησή μου, απάντησε: «Θα αισθανόμουν λύπη, γιατί αυτό θα σήμαινε οτι ο κόσμος δεν είναι και τόσο όμορφος όσο ήμουν πεπεισμένη οτι είναι, και απογοήτευση, γιατί επίσης θα σήμαινε οτι όλον αυτόν τον καιρό είχα πιστέψει σε ιδέες που ήταν λάθος. Θα αισθανόμουν επίσης λύπη για τα πρόσωπα που αγαπώ, κ’ ιδιαίτερα για τους γονείς-μου, γιατί κ’ εκείνοι έχουν ζήσει όλη τη ζωή-τους πιστεύοντας σε κάτι λανθασμένο. Αλλά πες-μου, εσύ τι θα έλεγες; Πώς θα αισθανόσουν εσύ αν μάθαινες μια μέρα οτι ο Θεός υπάρχει;»

Έτσι η φίλη-μου αναποδογύρισε την ερώτησή μου, και μου τη σέρβιρε για να την απαντήσω. Έκανα εκείνη την ώρα κάποια προσπάθεια να δώσω μια απάντηση, αλλά δεν έμεινα ικανοποιημένος. Θα ήθελα λοιπόν να επιχειρήσω να δώσω μια πιο εμπεριστατωμένη απάντηση στην ερώτηση της φίλης-μου, σε ότι ακολουθεί.

Ας σημειώσουμε πρώτα οτι ενώ είναι αδύνατο να μάθουμε τελειωτικά οτι ο Θεός δεν υπάρχει (γιατί πώς θα μπορούσαμε εμείς, οι κοινοί θνητοί, να πιστέψουμε ποτέ πως ξέρουμε αναμφισβήτητα οτι ο Θεός δεν υπάρχει, αν ένα παντοδύναμο ον σαν τον Θεό θέλει να παραμένει για πάντα κρυμένο από μας;), εντούτοις είναι δυνατό να φανταστούμε ένα σενάριο κατά το οποίο μαθαίνουμε χωρίς αμφιβολία οτι ο Θεός υπάρχει: απλούστατα, ο Θεός αποκαλύπτεται με κάποιον φυσικό τρόπο· για παράδειγμα, ανακαλύπτουμε πως όταν κοιτάζουμε το Γαλαξία-μας από μια ορισμένη οπτική γωνία (έξω από το Γαλαξία), βλέπουμε οτι μια ομάδα άστρων σχηματίζει τη λέξη «ΥΠΑΡΧΩ» (σε σκέτα ελληνικά!). Σαχλό, ε; Είμαι βέβαιος οτι ο αναγνώστης μπορεί να σκεφτεί τουλάχιστον εκατό πιο σοβαρά παραδείγματα κατά τα οποία ο Θεός αποκαλύπτεται στην ανθρωπότητα με κάποιον αδιαμφισβήτητο τρόπο. Ορίστε λοιπόν: τώρα όλοι ξέρουμε οτι ο Θεός πράγματι υπάρχει. Πώς θα αισθανόταν ένας άθεος μ’ αυτήν την εξέλιξη;

Η πρώτη-μου αντίδραση θα περιγραφόταν από ένα επίθετο σαν το αποσβολωμένος. Όχι, όχι ακριβώς απογοητευμένος σαν τη φίλη-μου, αλλά τελείως έκπληκτος. Κατάπληκτος. Εμβρόντητος. Άναυδος. Πώς μπορούσα να είμαι τόσο λάθος, και για τόσο πολύ καιρό! Δεν θα αισθανόμουν λυπημένος, γιατί, αντίθετα από τη φίλη-μου, δεν περιμένω να είναι καλύτερος ο κόσμος με ή χωρίς την ύπαρξη του Θεού· ούτε απογοητευμένος, γιατί για ν’ ακριβολογώ δεν “πιστεύω” σε ιδέες, απλώς προσπαθώ να επιλέγω την εξήγηση που ταιριάζει καλύτερα στα δεδομένα που μου είναι γνωστά ανά πάσα στιγμή. Έχω μια κάποια περιέργεια και θέλω να ξέρω τι είναι σωστό και τι λάθος, αυτό είναι όλο· εξ ου και η έκπληξή μου για τη βαρύτατή μου παρανόηση του κόσμου στον οποίο ζω. Λίγο θυμωμένος, μήπως, με την ανικανότητά μου να συμπεράνω μέσω συλλογισμών αυτό που εκατομμύρια άλλοι πριν από μένα έχουν πιστέψει χωρίς να καταφύγουν στη λογική; Ίσως, λίγο.

Μόλις ξεπερνούσα το πρώτο σοκ της νέας γνώσης, η αντίδρασή μου θα ήταν να θέλω να ρωτήσω τον Θεό ένα τσουβάλι ερωτήσεις. Στο κάτω-κάτω, αν ο Θεός ήταν τόσο ευγενικός ώστε να μπει στον κόπο να μας αποκαλυφθεί, δεν θα ήταν ανακόλουθο αν στη συνέχεια απέφευγε ν’ απαντήσει στις ερωτήσεις-μας; Θα προσπαθήσω να αναπτύξω δυο μόνο από τις ερωτήσεις που θα με βασάνιζαν ιδιαίτερα, παρακάτω.
 



Η πιο σημαντική ερώτηση που θα ήθελα να ρωτήσω το Θεό, νομίζω, θα ήταν εκείνη που αφορά το χρόνο. Συγκεκριμένα, δεν θα μπορούσα να καταλάβω ποια είναι η σχέση του Θεού με το χρόνο.
 
Αγαπητέ Θεέ, υπάρχετε μέσα στο χρόνο, ή εκτός αυτού;

Γνωρίζω πολύ καλά το οτι αυτή είναι μια αρχαία ερώτηση — ο Θωμάς Ακινάτης (Thomas Aquinas) είναι γνωστός για το οτι την είχε διατυπώσει — αλλά δεν νομίζω οτι η ερώτηση έχει απαντηθεί ικανοποιητικά· τουλάχιστον όχι κατά τα δικά-μου γούστα, δοσμένης της τρέχουσας γνώσης-μας περί χρόνου, που είναι πολύ διαφορετική από εκείνη της εποχής του Θωμά Ακινάτη (1224–1274).

Ας υποθέσουμε προσωρινά οτι ο χρόνος δεν είναι κάτι που αφορά τον Θεό (η αντίθετη υπόθεση εξετάζεται εδώ, παρακάτω σ’ αυτήν τη σελίδα), που σημαίνει οτι ο χρόνος είναι μια ιδιότητα του κόσμου-μας, άρρηκτα δεμένη με την ύπαρξη του χώρου, της ενέργειας, και της μάζας. Με άλλα λόγια, ο χρόνος δεν είναι κάποια απόλυτη και αφηρημένη έννοια που κυλάει ανεξάρτητα από το υλικό σύμπαν, και δεν υπάρχει κανένα παγκόσμιο (Νευτώνειο) ρολόι που μετρά τους χτύπους είτε το σύμπαν υπάρχει είτε όχι. Αντίθετα, για να μπορούμε να μιλήσουμε για χρόνο χρειαζόμαστε την ύπαρξη γεγονότων, και τα γεγονότα συνεπάγονται ένα κάποιο είδος υλικού, που κάνει το γεγονός πραγματικότητα. Η ανυπαρξία υλικών σωματιδίων σημαίνει οτι τίποτα δεν συμβαίνει, συνεπώς έτσι δεν νοείται χρόνος. Άρα, ο χρόνος είναι μια υλική οντότητα κατ’ αυτήν την άποψη, τόσο υλική όσο και ο χώρος, η μάζα, και η ενέργεια. (Αυτή είναι και η άποψη της συγχρονης φυσικής, παρεμπιπτόντως.) Υποθέτουμε, συνεπώς, οτι ο Θεός ζει έξω από τον υλικό χρόνο, και δεν περιορίζεται από τις φυσικές ιδιότητες του χρόνου, όπως αρμόζει εάν ο Θεός είναι μια μη-υλική οντότητα.

Πιο εύκολο να το λέει κανείς παρά να το φαντάζεται. Πώς μπορεί να είναι έτσι; Η έννοια “Θεός άνευ χρόνου” σημαίνει, πρώτα και κύρια, μια μη-νοήμονα οντότητα. Μιλάμε για έναν Θεό χωρίς μυαλό! Γιατί; Διότι μια από τις πιο σπουδαίες ιδιότητες που αποδίδουμε σ’ ένα νου είναι εκείνη της μνήμης: αισθανόμαστε οτι είμαστε τα ίδια άτομα με αυτά που ήμασταν και χθες επειδή διαθέτουμε μια μνήμη μακράς διάρκειας που αποθηκεύει γεγονότα όχι μόνο χθεσινά, αλλά επίσης και προηγουμένων μηνών και ετών, φτάνοντας μέχρι την παιδική-μας ηλικία. Αφαιρέστε αυτήν τη μνήμη από ένα νου, και αυτό που θα πάρετε θα είναι ένα άμυαλο αυτόματο, ένας μηχανισμός λιγότερο ενδιαφέρων από το νευρικό σύστημα ενός στρειδιού, ή ενός γαιοσκώληκα. Αυτό το οποίο μας φαίνεται σαν το οτι “ο χρόνος κυλάει” (ή σαν: “το βέλος του χρόνου”, που δείχνει από το παρελθόν στο μέλλον) είναι ένα παράγωγο του νου-μας, που διαθέτει μια μνήμη μακράς διάρκειας ικανή να συγκρίνει και να ταξινομεί γεγονότα σε χρονική σειρά. Έτσι λοιπόν, έχω την εξής αλληλουχία σκέψεων: ένας νους χρειάζεται την ύπαρξη μνήμης· η μνήμη δουλεύει υποχρεωτικά μέσα στο χρόνο· άρα, αν απαλείψουμε το χρόνο από την όλη εικόνα, δεν μπορούμε να συλλάβουμε την έννοια “νους”. Όμως τι άλλο είναι ο Θεός παρά ένας Υπερνούς; Ένας Θεός χωρίς μνήμη λοιπόν; Κάποιος ο οποίος πραγματικά δεν ξέρει τίποτα, γιατί η γνώση συνεπάγεται μνήμη; Κάποιος που δεν μπορεί να θυμηθεί πώς δημιουργήθηκε το σύμπαν, για να μην πούμε πως του ζητάμε να θυμηθεί τη χθεσινή προσευχή του θρησκευόμενου ανθρώπου που έχει εναποθέσει όλες τις ελπίδες-του στο Θεό; Πώς μπορεί ένας τέτοιος Θεός που πάσχει από αμνησία να απαντήσει σε μια προσευχή; Πώς μπορεί να ειπωθεί οτι ένας ά-μυαλος Θεός έχει μια οποιαδήποτε σχέση με τον κόσμο-μας; Και πώς μπορούμε εμείς, στο κάτω-κάτω, να δεχτούμε ένα Θεό χωρίς χρόνο, συνεπώς χωρίς μνήμη, συνεπώς χωρίς νου, σαν τον αποδέκτη της λατρείας και της αφοσίωσής μας;

Θα πρέπει να σημειώσω εδώ οτι πολύς κόσμος θεωρεί αυτές τις ερωτήσεις στερούμενες νοήματος. Κατ’ αυτούς, η αντίφαση της ταυτόχρονης αποδοχής ενός Θεού με νου, κ’ ενός που υπάρχει ανεξάρτητα απ’ το χρόνο (που δεν περιλαμβάνει το χρόνο σαν ιδιότητά του) δεν είναι παρά μια σοφιστεία· μια άσκοπη φιλοσοφική άσκηση που τίθεται από κάποιον άθεο, ο οποίος σκοπό έχει να κλονίσει την ακεραιότητα της πίστης-τους. Όμως όχι ο υπογράφων. Για μένα, αντιφάσεις σαν κι αυτές απαιτούν μια λύση, τις ρωτώ ανυστερόβουλα, δεν προσπαθώ να φοβίσω κανέναν, και δεν μπορώ να κάνω πως κλείνω τα μάτια-μου μπροστά-τους. Υποθέτω πως σ’ αυτό το σημείο, όλοι όσοι προτιμούν να κλείνουν τα μάτια-τους και τ’ αφτιά-τους σε τέτοιες ερωτήσεις έχουν ήδη βγει απ’ αυτήν τη σελίδα, συνεπώς δεν βλάπτω κανέναν. Αυτή η σελίδα γράφτηκε για κείνους που, σαν κ’ εμένα, αναγνωρίζουν μια αντίφαση όταν τη συναντούν μπροστά-τους, απεχθάνονται την τακτική της στρουθοκαμήλου, και είναι πρόθυμοι να συλλογιστούν αυτά τα ερωτήματα και να βρουν μια λύση.

Κάποιοι θα μπορούσαν να ισχυριστούν οτι ο χρόνος του σύμπαντός μας ξεδιπλώνεται ολόκληρος μπροστά στον Θεό — όλα τα γεγονότα, καί παρελθόντα καί μέλλοντα — οπότε ο Θεός δεν χρειάζεται να δράσει εντός του χρόνου, γνωρίζοντας σε τελική ανάλυση όλα τα γεγονότα που συνέβησαν και όλα όσα πρόκειται να συμβούν στο μέλλον. Υποθέτω πως αυτοί που έχουν αυτή την άποψη δεν πολυκατάλαβαν ποιο είναι το προβλημα: η γνώση συνεπάγεται νου, συνεπάγεται μνήμη, συνεπάγεται γεγονότα που συμβαίνουν στο νου εκείνον προκειμένου να διατηρήσουν τη μνήμη, συνεπάγεται χρόνο που ρέει και που καταγράφεται από αυτά τα γεγονότα. Θα ήθελα να μου εξηγηθεί πώς είναι δυνατόν κανείς να γνωρίζει και ταυτόχρονα ο νους-του να μην έχει καμία σχέση με τη διάσταση του χρόνου.

Άλλοι μου απάντησαν, αφού διάβασαν τα παραπάνω, οτι μπορεί λέει ο Νους του Θεού να χρησιμοποιεί (ή να υπάρχει σε) κάποια άλλη χρονική διάσταση, όχι τη δική-μας (όχι του σύμπαντός μας). Μα το πρόβλημα δεν εξαφανίζεται απλώς με το να εξοστρακίζουμε το Θεό από το χρόνο του σύμπαντός μας. Οι έννοιες μνήμη και χρόνος είναι σύμφυτες: αν έχεις μνήμη, τότε χρειάζεσαι χρόνο (οποιοδήποτε χρόνο, κάποια διάσταση με τις υλικές ιδιότητες του χρόνου), άρα χρειάζεσαι υλικά σωματίδια μέσω των οποίων ο χρόνος αυτός καταγράφεται.

Θα σας πω τι, κατά τη γνώμη-μου, συνέβει στην πραγματικότητα, γιατί υπάρχει μια πολύ απλή εξήγηση που αποφεύγει όλες τις παραπάνω κακοτοπιές και αντιφάσεις. Από τα αρχαία χρόνια οι άνθρωποι, και κυρίως οι πιστοί των μεγάλων μονοθεϊστικών θρησκειών, φαντάστηκαν τον Θεό σαν έναν Υπερνού. Αλλά, ξέροντας πολύ λίγα ή τίποτα σχετικά με τη νόηση, δεν μπορούσαν ποτέ να συλλάβουν την ιδέα οτι ένας νους (Υπέρ- ή κοινός) δεν μπορεί να υπάρξει σε άυλη κατάσταση, άρα οτι η έννοια “άυλος νους” είναι εγγενώς αντιφατική. Αν δεν ξέρει κανείς και πολλά σχετικά με τη νόηση, δεν βλέπει και καμιά αντίφαση. Αλλά όποιος βλέπει την αντίφαση, θα πρέπει ν’ απορρίψει την περίπτωση ενός ά-χρονου Θεού, γιατί θέλει ο Θεός-του να έχει τις ιδιότητες ενός Υπερνού (να είναι παντογνώστης, κλπ.).

Άρα, μπορούμε στη συνέχεια να εξετάσουμε την αντίθετη υπόθεση:

Ας παραδεχτούμε τώρα οτι ο Θεός υπάρχει μέσα στο χρόνο, ο οποίος είναι τόσο χαρακτηριστικό του Θεού, όσο είναι και των ανθρώπων. Σ’ αυτή την περίπτωση το πρόβλημα της “ά-νοιας” του Θεού εξαφανίζεται. Ένα άλλο πρόβλημα όμως αναφύεται στη θέση-του.

Το πρόβλημα αφορά την “υλικότητα” του Θεού. Πρόκειται για ένα θέμα που ήδη έθιξα, παραπάνω: για να υπάρχει χρόνος, κάποια γεγονότα πρέπει να καταγραφούν, και ένα γεγονός βέβαια συμβαίνει όταν ένα υλικό σωμάτιο κάνει κάτι (π.χ., αλλάζει τη θέση-του στο χώρο), ή κάτι συμβαίνει σ’ αυτό (π.χ., απορροφά ένα άλλο σωμάτιο). Γεγονότα χωρίς τη συμμετοχή υλικών σωματιδίων είναι μη πραγματοποιήσιμα. Ασφαλώς, ο ανθρώπινος νους είναι σε θέση να φανταστεί μια πληθώρα μη πραγματοποιήσιμων ιδεών, όπως τετράγωνους κύκλους, ιπτάμενους ιπποπόταμους, και ακίνητα φωτόνια· όμως το οτι μπορούμε να φανταστούμε τέτοια πράγματα δεν σημαίνει οτι υπάρχουν, ή οτι είναι δυνατό να υπάρξουν. Ίδια είναι και η περίπτωση ενός άυλου γεγονότος. Απλώς και μόνο επειδή μπορούμε να φανταστούμε αφηρημένα το χρόνο να κυλάει χωρίς σύνδεση με το υλικό σύμπαν, δεν γίνεται αυτού του είδους ο αφηρημένος χρόνος πιο πραγματικός. Έτσι, ένας άυλος Θεός με Νου που δρα σε μια διάσταση με τις οικείες-μας χρονικές ιδιότητες αποτελεί σχήμα οξύμωρο, ένα αντιφατικό σύνολο ιδεών.

Μάλιστα, το γνωρίζω οτι η συλλογιστική των περισσότερων θρησκευόμενων ανθρώπων δεν περιορίζεται από τους κανόνες της λογικής. Αν θέλουν ο Θεός-τους να είναι καί πράσινος, καί αόρατος, τέτοιος και θα είναι: ένας αόρατος πράσινος Θεός. Αλλά με ενοχλεί όταν αυτοί οι άνθρωποι θέλουν να πείσουν εμένα με παρόμοιες παράλογες σκέψεις, γιατί δεν συνειδητοποιούν τον παραλογισμό-τους. Υποθέστε πως κάποιος χτυπάει την πόρτα-σας, την ανοίγετε, και βλέπετε έναν εξαθλιωμένο, βρώμικο άνθρωπο, γεμάτο δερματικές παθήσεις, με τα περισσότερα δόντια-του να λείπουν, κλπ. Καθώς τον κοιτάτε με λύπηση, αρχίζει να σας μιλάει για το πόσο υπέροχη είναι η ζωή-του, πόσο πλήρης κ’ ευτυχής αισθάνεται ζώντας έτσι, και πόσο θα ήθελε να υιοθετήσετε κι εσείς τον τρόπο ζωής-του, γιατί τότε — σας διαβεβαιώνει — θ’ αποκτήσετε κ’ εσείς μια υπέροχη εμφάνιση σαν και τη δική-του — και μάλιστα, θα την αποκτήσετε σε αιώνια βάση. Θα τον ακολουθούσατε; Έτσι αισθάνομαι με τους πιστούς–κήρυκες δογμάτων. Δεν έχω κανένα πρόβλημα με τους θρησκευόμενους φίλους-μου οι οποίοι δεν επιχειρούν να μου κάνουν κήρυγμα. Αυτό που μου φαίνεται σαν εγκατάλειψη της λογικής-τους, ή ίσως “ελαττώματα σκέψης”, τα κρατούν για τον εαυτό-τους, κι αυτό τους κάνει περίφημους φίλους στα μάτια-μου.
 



Έχω μια άλλη απορία: πρόκειται για την παντογνωσία του Θεού.
 
Αγαπητέ Θεέ, γνωρίζετε τι πρόκειται να σας ρωτήσω τώρα?

Ξέρει ο Θεός όλα τα γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον; Αυτή η ιδέα έχει το σοβαρό ελάττωμα οτι μετατρέπει τους ανθρώπους σε προβλέψιμα αυτόματα: ότι και να σκεφτώ στη συνέχεια, ο Θεός το ξέρει. Δεν υπάρχει τίποτε που μπορώ να κάνω που να κάνει το Θεό να εκπλαγεί (αλλιώς ο Θεός δεν θα ήξερε το μέλλον, το δικό-μας μέλλον). Επομένως, τα ανθρώπινα όντα στερούνται ελεύθερης βούλησης, και νά γιατί: ας υποθέσουμε οτι πρόκειται ν’ αποφασίσω αν θα παραγγείλω ένα σάντουϊτς ή μια μπουγάτσα. Νομίζετε μήπως οτι είμαι ελεύθερος να κάνω όποια επιλογή θέλω; Λάθος! Αν ο Θεός είναι παντογνώστης και γνωρίζει το μέλλον, αυτό που πρόκειται ν’ αποφασίσω είναι ήδη γνωστό στο Θεό. Ίσως μοιάζει με πράξη ελεύθερης βούλησης σε μένα λόγω της άγνοιάς μου, επειδή το μέλλον είναι άγνωστο σ’ εμένα, αλλά στην πραγματικότητα το μέλλον είναι γνωστό σε τουλάχιστον μία νοήμονα οντότητα (στον Θεό). Για κείνη την οντότητα, η απόφασή μου είναι ήδη γνωστή, προειλημμένη, επομένως πώς γίνεται εκείνη η οντότητα να “αναμένει” από μένα ν’ αποφασίσω το τάδε ή το δείνα βάσει της δικής-μου “ελεύθερης βούλησης”; Αν το θέμα με το σάντουϊτς και τη μπουγάτσα δεν σας ακούγεται αρκετά σοβαρό, τι θα λέγατε αν αυτό που πρόκειται ν’ αποφασίσω είναι το αν θα μετανοήσω για τις αμαρτίες-μου ή όχι; Πώς μπορεί ο Θεός να προσποιείται οτι “αναμένει” από μένα να μετανοήσω, όταν του είναι ήδη γνωστό τι θ’ αποφασίσω; Από την οπτική γωνία του Θεού είμαι ένα ανοιχτό βιβλίο, ένα προβλέψιμο αυτόματο· με άλλα λόγια, ένας μηχανισμός με την ψευδαίσθηση της ελεύθερης βούλησης.

Απ’ την άλλη μεριά, ένας Θεός που πραγματικά δεν γνωρίζει τι απόφαση πρόκειται να πάρω χάνει κάτι από το θεϊκό-του κύρος: είναι ένας Θεός που μπορεί να εκπλαγεί από τις ανθρώπινες πράξεις, κάποιος ο οποίος δεν έχει τον πλήρη έλεγχο του κόσμου· γιατί, στο κάτω-κάτω, μια απ’ αυτές τις ανθρώπινες πράξεις μπορεί να είναι εκείνη κατά την οποία πατιέται το παροιμιώδες “κόκκινο κουμπί” για την επίθεση με πυρηνικά όπλα, κάνοντας το ένα έθνος να επιτεθεί στο άλλο, προκαλώντας έτσι καθολικό πυρηνικό πόλεμο και το τέλος αυτού που γνωρίζουμε σαν ανθρώπινο είδος — και πιθανώς και ολόκληρης της βιόσφαιρας της Γης. Στ’ αλήθεια θέλει ο Θεός να είναι ο εν δυνάμει αποδέκτης αυτού του είδους της έκπληξης;

Ένας αναγνώστης απάντησε στα παραπάνω οτι μπορεί μεν ο Θεός να είναι σε θέση να μάθει αυτά που πρόκειται ν’ αποφασίσουμε εκ των προτέρων, αλλά επιλέγει να μην το κάνει, από διακριτικότητα. Πιθανώς για κάποιους αναγνώστες, αποφάσεις όπως “σάντουϊτς ή μπουγάτσα” να φαντάζουν αρκούντως αθώες, ώστε να νομίζουν οτι ο Θεός μπορεί να ξεγλιστρήσει επιλέγοντας να μη γνωρίζει για τέτοια τετριμμένα θέματα. Δυστυχώς όμως, όχι μόνο δεν υπάρχει ξεκάθαρη διαχωριστική γραμμή μεταξύ τετριμμένων και σπουδαίων πράξεων, αλλά δεν υπάρχουν καν τετριμμένες πράξεις. Ο κόσμος-μας είναι ένα χαοτικό σύστημα, κι αυτό συνήθως εκφράζεται καλύτερα με την ιδέα: «το φτερούγισμα μιας πεταλούδας στο Τόκιο προκαλεί μπουρίνι στην Αθήνα». Είναι μια τετριμένη άσκηση της φαντασίας να φτιάξει κανείς ένα σενάριο κατά το οποίο το να διαλέξουμε να φάμε μπουγάτσα αντί για σάντουϊτς σήμερα, καταλήγει σε πυρηνικό ολοκαύτωμα μερικές δεκαετίες αργότερα. Είστε βέβαιοι οτι ο Θεός-σας θα προτιμούσε να είναι διακριτικός;

Ένας άλλος αναγνώστης, αφού διάβασε την προηγούμενη παράγραφο, εξέφρασε σκεπτικισμό για το πώς η απόφαση να φάμε μπουγάτσα αντί για σάντουϊτς σήμερα θα μπορούσε να έχει σαν συνέπεια ένα πηρυνικό ολοκαύτωμα μερικές δεκαετίες αργότερα. Ίσως η έννοια της χαοτικής αλλαγής που διαδίδεται ολοένα μεγεθυνόμενη στο μέλλον να μην είναι τόσο ξεκάθαρη στον καθένα, συνεπώς πρέπει να γίνω πιο σαφής. Υποθέστε οτι διαλέξατε να φάτε μπουγάτσα αντί για σάντουϊτς το βραδάκι. Όμως αν είχατε διαλέξει το σάντουϊτς, θα διαπιστώνατε οτι θα είχατε σοβαρές στομαχικές διαταραχές αργότερα, εξαιτίας του χαλασμένου ζαμπόν. Λόγω των κοιλιακών-σας ανωμαλιών θα ακυρώνατε τα σχέδια για νυχτερινή διασκέδαση με τον/τη σύζυγό σας στο κρεβάτι. Δυστυχώς, έχοντας καταναλώσει τη μπουγάτσα, προχωράτε στα σχέδιά σας απαράλλαχτα, και εννιά μήνες αργότερα γεννιέται ένα μωράκι. Αυτό το μωράκι γίνεται πρόεδρος μιας χώρας–υπερδύναμης πέντε δεκαετίες αργότερα, και, λόγω μιας ιδιορρυθμίας του χαρακτήρα-του, αποφασίζει ν’ απαντήσει σε εχθρικές οχλήσεις εξαπολύοντας πυρηνική επίθεση· άρα δίνεται πυρηνική απάντηση από τον εχθρό και γίνεται πόλεμος, ο οποίος, λόγω της προχωρημένης τεχνολογίας του μέλλοντος, προκαλεί την εξάλειψη ολόκληρης της βιόσφαιρας της Γης. (Αγαπητέ Θεέ: φτου ξανά κι απ’ την αρχή.) Ένας διαφορετικός πρόεδρος θα έπαιρνε μια πιο ήπια απόφαση. Αν τρώγατε σάντουϊτς εκείνη τη μοιραία βραδιά, χάρη σ’ ένα μικρο-μαρτύριο στην τουαλέτα θα είχατε σώσει την οικουμένη.
Άσκηση για το σπίτι: Ας υποθέσουμε οτι θα υπάρξει κάποτε ένας τέτοιος πρόεδρος, ικανός να προκαλέσει πυρηνικό ολοκαύτωμα· σκεφτείτε τουλάχιστον 100 ασήμαντα μικρο-γεγονότα που θα μπορούσαν να ματαιώσουν τη γέννησή του.

Υπάρχει κι άλλο ένα πρόβλημα με το διακριτικό Θεό, πιο φιλοσοφικής υφής: δεν έχει σημασία αν ο Θεός επιλέγει να είναι διακριτικός με τις προσωπικές-σας αποφάσεις ή όχι. Το ζήτημα είναι οτι υπάρχει κάποιος τρόπος, κάποια δυνητική κατάσταση κατά την οποία ο Θεός μπορεί να ξέρει αυτό που νομίζετε πως θ’ αποφασίσετε — “ελεύθερα”, κατά τη μη πλήρως πληροφορημένη άποψή σας. Η απλή δυνατότητα του να μπορεί να το κάνει αυτό ο Θεός (ακόμα κι αν επιλέγει να μην το κάνει), ακυρώνει την ελευθερία-σας. Για να το δείτε αυτό, θεωρείστε τον εξής παραλληλισμό: είστε ένας θεός, και περπατάτε από τη μία πλευρά ενός λόφου. Από την άλλη πλευρά του λόφου ζουν οι υποτακτικοί-σας — συγγνώμη, εννοώ οι πιστοί-σας. Όλες οι πράξεις των πιστών-σας, οι αποφάσεις, επιθυμίες, ελπίδες, ιδέες, επιλογές-τους, κλπ., (που νομίζουν οτι ανήκουν στο μέλλον-τους) είναι καταγραμμένες στη δική-τους πλευρά του λόφου, προς την κορυφή. Δεν τις γνωρίζουν όμως γιατί δεν κοιτάζουν προς την κορυφή, αλλά καθώς ανεβαίνουν στο λόφο τις βρίσκουν μπροστά-τους. Από διακριτικότητα επιλέγετε να μην πάτε στη δική-τους πλευρά και δείτε τις προσωπικές υποθέσεις-τους, αυτό που εμφανίζεται σαν “μέλλον” γι’ αυτούς. Αν πηγαίνατε προς τα κει, θα βλέπατε το μέλλον-τους. Όμως γνωρίζετε οτι οι πιστοί-σας δεν επιλέγουν ελεύθερα, απλώς νομίζουν οτι το κάνουν αυτό, γιατί δεν ξέρουν το μέλλον-τους. Αλλά εσείς μπορείτε να το μάθετε αν θέλετε (είστε παντογνώστης, το θυμόσαστε αυτό;) εφόσον το μέλλον-τους αναγράφεται στην άλλη πλευρά του λόφου. Το να πάτε ή να μην πάτε εκεί να το μάθετε, ουδόλως αλλάζει το γεγονός οτι αυτό που εκείνοι αποκαλούν “ελευθερία βούλησης” είναι μια νοητική απάτη.

Ένας άλλος αναγνώστης, αφού διάβασε τα παραπάνω, αντιτάχθηκε στην ιδέα οτι το μέλλον είναι απλωμένο στην πλευρά του λόφου των πιστών. Ο χρόνος κυλάει, είπε αυτός ο αναγνώστης, άρα γιατί να είναι το μέλλον “απλωμένο” στη λοφοπλαγιά; Ωραία, ωραία, ας υποθέσουμε λοιπόν οτι ο χρόνος κυλάει (“ρέει”, παρόλο που δεν συμμερίζομαι αυτή την άποψη). Άρα το μέλλον δεν είναι “γραμμένο”, ούτε “απλωμένο” στη λοφοπλαγιά. Μα εσείς είστε ένας θεός, ένας παντογνώστης θεός. Έχετε λοιπόν κάποιον τρόπο να μάθετε (αν θέλετε) το μέλλον των πιστών-σας, έτσι δεν είναι; (Αλλιώς τι σόι παντογνώστης είστε τέλος πάντων;) Ίσως έχετε φτιάξει κάποια μηχανή, τελείως αόρατη για τους πιστούς, ένα κατασκεύασμα δικής-σας θεϊκής έμπνευσης, το οποίο όταν του πατήσετε ένα κουμπί ξερνάει τις μελλοντικές επιλογές των πιστών-σας. Ο τρόπος με τον οποίο οι επιλογές αυτές μπορούν να γίνουν γνωστές δεν έχει σημασία — αν είναι γραμμένες στη λοφοπλαγιά ή αν υπολογίζονται από μια μηχανή, αυτό είναι άσχετο. Εφόσον είστε εν δυνάμει σε θέση να μάθετε τις επιλογές των πιστών-σας, οι πιστοί δεν αποφασίζουν ελεύθερα, από μόνοι-τους. Αυτό που νομίζουν οτι αποφασίζουν από μόνοι-τους μπορεί να υπολογιστεί από τη μηχανή-σας, την οποία δεν μπορούν να ξεγελάσουν. (Αν μπορούν, κάνατε τσαπατσουλοδουλειά στην κατασκευή της μηχανής — επιστρέψτε στο εργαστήριο και ξαναφτιάξτε-την.) Αυτό που φαίνεται στους πιστούς σαν διακλάδωση επιλογών είναι στην πραγματικότητα ένας μονόδρομος που η μηχανή-σας ξέρει πώς να υπολογίσει. Το πρόβλημα δεν είναι η μέθοδος με την οποία μπορείτε εσείς, ο θεός, να μάθετε τις μελλοντικές αποφάσεις των πιστών-σας· το πρόβλημα είναι οτι το μέλλον-τους είναι τελικά γνωστοποιήσιμο (όχι γνωστό, αλλά γνωστοποιήσιμο). Οφείλει να είναι γνωστοποιήσιμο γιατί είστε παντογνώστης. Αν δεν είναι ούτε γνωστό, ούτε γνωστοποιήσιμο, δεν είστε παντογνώστης, αλλά ένας απλός τσαρλατάνος.

 



Οι παραπάνω είναι δύο από τις απορίες που θα ήθελα να ρωτήσω και να πάρω μια απάντηση, αν σύμφωνα με τη φίλη-μου ξέραμε αδιαμφισβήτητα οτι ο Θεός υπάρχει. Και η παρούσα ανικανότητά μου να βρω απαντήσεις εξηγεί εν μέρει γιατί είμαι άθεος. Ορίστε λοιπόν το “προληπτικό-μου χτύπημα” για όσους από σας
επικοινωνήσετε μαζί-μου με μήνυμα. Έχω πολλές επιπλέον ερωτήσεις, αλλά είναι μάλλον λιγότερο σημαντικές κατά την άποψή μου, και δεν επιθυμώ να κουράσω τον αναγνώστη περισσότερο. Προτιμώ, αντί γι’ αυτό, να κλείσω με ένα ρητό, που διατυπώθηκε περισσότερο από 2000 χρόνια πριν, από έναν από τους αρχαίους προγόνους-μας:

Είναι ο Θεός πρόθυμος να αποτρέψει το κακό, αλλά όχι ικανός; Τότε δεν είναι παντοδύναμος.
Είναι ικανός αλλά απρόθυμος; Τότε είναι κακόβουλος.
Είναι καί ικανός καί πρόθυμος; Τότε από πού πηγάζει το κακό;
Είναι καί ανίκανος καί απρόθυμος; Τότε γιατί να τον λέμε Θεό;

— Επίκουρος (341 – 270 π.Χ.)

 


Πίσω στα Θέματα Θρησκείας

Πίσω στην προσωπική ιστοσελίδα του Χάρη