Τί είναι η νοολογίαΗ νοολογία, όπως προϊδεάζει και το όνομά της, είναι η επιστήμη που εξετάζει τον νου. Όχι όμως υποχρεωτικά τον ανθρώπινο νου· υπάρχουν και νόες ζώων, όλοι απλούστεροι από το μέσο ενήλικο ανθρώπινο, αλλά ικανοί για κάποια νοητικά κατορθώματα. Η νοολογία δέχεται επίσης — μέχρις αποδείξεως του εναντίου — οτι νόες μπορούν να υλοποιηθούν και σε υπολογιστές. Μπορεί το μέσο στην περίπτωση αυτή (ηλεκτρονικά τσιπάκια) να διαφέρει από εκείνο των βιολογικών υλοποιήσεων (νευρώνες), αλλά αυτό δεν καθιστά τους πιθανούς μελλοντικούς ηλεκτρονικά υλοποιημένους “μη νόες”. Τέλος, σαν ένα ακόμα υποθετικό παράδειγμα, νόες θα μπορούσαν να έχουν και τυχόν εξωγήινοι. Γνωρίζοντας τις αρχές της νόησης (δηλ. το περιεχόμενο της νοολογίας) θα μπορούσαμε να ξέρουμε τί να αναμένουμε και τί όχι από μια εξωγήινη νοημοσύνη. Ακόμη και αν δεν πρόκειται ποτέ να συναντήσουμε εξωγήινους (ακόμη κι αν δεν υπάρχουν εξωγήινοι), και πάλι θα θέλαμε να μπορούμε να γνωρίζουμε τί απαιτούμε να έχει μια οντότητα ώστε να την ονομάζουμε “νου”. Αυτό είναι κυρίως το περιεχόμενο του μαθήματος Ν2 του Δ.Ε.Π. Αλλά και η έννοια “ανθρώπινος νους” δεν είναι καλά ορισμένη. Ανθρώπινο νου έχει ένας ενήλικος, το ίδιο όμως λέμε οτι έχει και ένας ανήλικος, ένα νήπιο, ένα βρέφος, ένα νεογέννητο. Ακόμη και ένα έμβρυο στην κοιλιά της μητέρας-του έχει την ικανότητα να εκτελεί κάποιες νοητικές λειτουργίες (συνδέονται με την ακοή, αλλά ακόμα και με την προπαρασκευή της όρασης, παρά το απόλυτο σκοτάδι). Δεδομένου οτι ο εγκέφαλος ενός εμβρύου ξεκινάει από το “μηδέν” (π.χ., ένας νευρώνας), ενώ ο εγκέφαλος του ενήλικου έχει περί τα εκατό δισεκατομμύρια νευρώνες, αντιλαμβανόμαστε οτι και για τις νοητικές ικανότητες υπάρχει όλο το φάσμα των νοών, από το σχεδόν μηδέν μέχρι τον νου του Αϊνστάιν (ή όποιου άλλου υπερευφυούς ανθρώπου). Κάποιοι από αυτούς τους νους, στο άκρο του φάσματος με τους “απλούς” νους, είναι λιγότερο ικανοί από τον νου ενός ενήλικου χιμπαντζή. Π.χ. ο τελευταίος μπορεί να εκπαιδευτεί να κάνει απλές προσθέσεις μικρών μονοψήφιων αριθμών, ή ακόμη και να συγκρίνει μικρά κλάσματα, ενώ το βρέφος δεν μπορεί. Άρα υπάρχουν κάποιοι νόες ανθρώπων που υπολείπονται σε ικανότητες από τους νους κάποιων ζώων. Υπάρχουν και νόες ενήλικων ανθρώπων που υστερούν ιδιαίτερα σε σχέση με το μέσο όρο (π.χ. εκείνοι με σύνδρομο Ντάουν). Συνεπώς την έννοια “ανθρώπινος νους” δεν πρέπει να την ερμηνεύουμε υποχρεωτικά σαν “νους μέγιστων ικανοτήτων”. Πάντως στη σειρά μαθημάτων της νοολογίας, όταν λέμε “ανθρώπινος νους” (ή “νους του ανθρώπου”) θα εννοούμε το νου του μέσου ενήλικου ανθρώπου. Ο όρος “νοολογία”Νοολογία είναι αυτό που ονομάζεται από άλλους στην Ελλάδα “γνωσιακή επιστήμη”. Πιστεύουμε οτι ο όρος “γνωσιακή επιστήμη” είναι ατυχής μετάφραση του αγγλικού “cognitive science”, και οτι το “νοολογία” είναι προτιμότερο, για τρεις λόγους: Πρώτο, η λέξη “cognition” σημαίνει νόηση, όχι γνώση — η τελευταία αποδίδεται πολύ καλύτερα από το “knowledge”. Επομένως το “cognitive” μεταφράζεται καλύτερα σαν “νοητικός”, όχι “γνωσιακός”. Η γνώση παραπέμπει σε μνήμη, ενώ η νόηση (το cognition) είναι κάτι παραπάνω από μνήμη και γνώση: είναι γνώση μαζί με τις λειτουργίες και τις συμπεριφορές που σχηματίζουν ένα όλον (δηλαδή το νου) που δρα αμφίδρομα με το περιβάλλον. Δεύτερο, ο όρος “γνωσιακή επιστήμη” είναι αδέξιος ως προς τη γραμματική παραγωγή ουσιαστικών, επιθέτων, και επιρρημάτων. Πώς να πούμε το επίθετο “νοολογικός/-ή/-ό”; Π.χ., πώς να πούμε: «Από νοολογική άποψη...» Το «Από γνωσιακοεπιστημονική άποψη» αποτελεί μάλλον απέλπιδα προσπάθεια να διατηρήσουμε τον περιφραστικό όρο. Οι νοολόγοι που χρησιμοποιούν το περιφραστικό “γνωσιακή επιστήμη” καταφεύγουν σε τεχνάσματα όπως: «Από την άποψη της γνωσιακής επιστήμης...» Το ίδιο πρόβλημα έχει και το επίρρημα: τα “νοολογικώς”, ή “νοολογικά” είναι μάλλον χωρίς αντίπαλο (“γνωσιακοεπιστημονικώς”;) Τέλος, ακόμη και το “γνωσιακός επιστήμονας” φέρει ένα άρωμα σπουδαιοφάνειας (συχνά “επιστήμονες” αυτο-ονομάζονται εκείνοι οι οποίοι στην πραγματικότητα δεν είναι επιστήμονες), ενώ το “νοολόγος” είναι όχι μόνο πιο απλό, αλλά και πιο ταπεινό. Και τρίτο, το “νοολογία” λεκτικά ταιριάζει θαυμάσια με ονόματα άλλων επιστημών όπως: “βιολογία”, “ζωολογία”, “γεωλογία”, κλπ. Όλες αυτές οι λέξεις (σε ελληνικά και αγγλικά) είναι τεχνητές. Π.χ. το “βιολογία” δεν είναι λέξη της αρχαίας ελληνικής (δεν εμφανίζεται σε κανένα αρχαίο κείμενο). Μέχρι το 1736 δεν υπήρχε ούτε η λέξη “biology”. Κατασκευάστηκε όμως τότε(*) το λατινικό biologia από τις ελληνικές ρίζες bio- (βίος = ζωή) + -logia (-λογία = μελέτη), και από εκεί προέκυψαν το αγγλικό “biology” όπως και το ελληνικό “βιολογία”· το ίδιο και με άλλες λέξεις όπως “zoology”, “geology”, “neurology”, “cardiology”, κλπ. Θα ήταν ευχής έργο αν αντί για το “cognitive science” οι Αμερικανοί επιστήμονες είχαν προκρίνει κατ’ αναλογία ένα νέο όρο όπως το “noology”.(*) Οι τομείς γνώσης που στηρίζουν τη νοολογίαΚατά τη δεκαετία του 1980, επιστήμονες διαφόρων ειδικοτήτων αντιλήφθηκαν οτι ρωτούσαν τα ίδια ερωτήματα με συναδέλφους-τους από άλλες ειδικότητες σχετικά με νοητικές λειτουργίες. Κανείς-τους όμως δεν μπορούσε να δώσει ολοκληρωμένες απαντήσεις γιατί η γνώση μιας και μόνο ειδικότητας δεν αρκούσε. Π.χ. οι ψυχολόγοι ήθελαν να γνωρίζουν θέματα νευροεπιστήμης· οι νευροεπιστήμονες ήθελαν να μπορούν να προσομοιώνουν νευρωνικά δίκτυα σε υπολογιστές· κάποιοι ερευνητές υπολογιστών στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης ήθελαν να γνωρίζουν την ψυχολογική (ανθρώπινη) προσέγγιση στην κατασκευή τεχνητών νοών· κ.ο.κ. Έγινε κατανοητό οτι καμία συγκεκριμένη από τις υπάρχουσες επιστήμες δεν αρκούσε για να κατανοηθεί αυτό που ονομάζουμε “νόηση” (“cognition”). Έτσι προέκυψε η νοολογία (“cognitive science”), σαν μια “ομπρέλα” που καλύπτει τουλάχιστον πέντε διαφορετικούς τομείς γνώσης (τέσσερις επιστημονικούς και ένα φιλοσοφικό), που είναι οι εξής:
Ακόμη και όλοι οι παραπάνω τομείς δεν καλύπτουν πλήρως το φάσμα των γνώσεων που απαιτείται για την κατανόηση του νου, του πιο πολύπλοκου συστήματος (απ’ όλα όσα γνωρίζουμε) στο σύμπαν. Π.χ. κάποτε είναι χρήσιμες οι γνώσεις ανθρωπολογίας, και πιο συγκεκριμένα παλαιοανθρωπολογίας, γιατί η γνώση του πώς οργανώνονταν οι ανθρώπινες κοινωνίες στο παρελθόν (αλλά και οι σημερινές που ζουν σε απομακρυσμένα περιβάλλοντα και έχουν διατηρήσει το χαρακτήρα των παλαιών) μας δίνει υποδείξεις για το από ποια στάδια πέρασε η ανθρώπινη νόηση κατά την κοινωνικά εξελικτική-της πορεία. Επίσης, υπάρχουν μουσικοσυνθέτες που τους ενδιαφέρει όχι απλώς το τί παράγουν, αλλά και το πώς το παράγουν· οι άνθρωποι αυτοί μελετούν νοολογία για να προσεγγίσουν απαντήσεις στα ερωτήματά τους, και συνεισφέρουν στη νοολογία μέσω της συγκεκριμένης ειδικότητάς τους. Το ίδιο κάνουν κάποτε και άλλοι καλλιτέχνες, όπως ζωγράφοι, κλπ. Παρόμοια, κάποιοι μαθηματικοί ενδιαφέρονται όχι μόνο για το ποια θεωρήματα δημιουργούν και αποδεικνύουν, αλλά και για το πώς συλλαμβάνουν με το νου-τους τα προϊόντα της έρευνάς τους. Σκακιστές βλέπουν να ηττώνται από υπολογιστές, και αναρωτιούνται ποιος είναι ο τρόπος που προσεγγίζει το σκάκι ο ανθρώπινος νους — ένας τρόπος σαφώς διακριτός από εκείνον των τυπικών υπολογιστικών αλγορίθμων. Γενικά, είναι δύσκολο να πει κανείς οτι υπάρχει κάποιος τομέας γνώσης που ξεφεύγει από την “ομπρέλα” της νοολογίας, γιατί απλούστατα κάθε τομέας γνώσης είναι προϊόν του αντικειμένου μελέτης και έρευνας της νοολογίας: του νου και της νόησης. Σημειώσεις: (^) Από τον Carl von Linné ή Linnaeus - Κάρολο Λινναίο. (^) Ο όρος “noology” (όπως μεταφέρεται στα αγγλικά από τα λατινικά) έχει χρησιμοποιηθεί από το Γερμανό φιλόσοφο Immanuel Kant, κατά το 18ο αι. Η χρήση της λέξης από τον Kant όμως είναι πολύ περιορισμένη και εξειδικευμένη, χωρίς κίνδυνο σύγχυσης με τη σημερινή έννοια. Πίσω στη γενική σελίδα του Διαδικτυακού Επιστημονικού Πανεπιστημίου |