Ancient Greek letter zeta was used in very early times to stand for the combined sound [zd] in some places of Greece, while in other places it was standing for the sound [dz]. Already by Aristotle’s time this letter was pronounced as [z] in many places in Greece. Evidence for this comes from the following:
Letters zeta, ksi, and psi were called double letters, standing for two consonantal sounds instead of a single one. It is evident today why ksi and psi should be called double, pronounced as [ks] and [ps], respectively. In modern Greek, however, letter zeta (pronounced as [z]) does not stand for a double consonantal sound, but for a single fricative one. In ancient Greek, single consonants could be doubled normally: -σσ-, -λλ-, -μμ-, -ρρ-, -ππ-, -ββ-, etc. Double consonants, however, could not be doubled: there is never a -ζζ-, -ξξ-, -ψψ- in ancient Greek. If z had a continuous pronunciation, it would be doubled normally, like the other continuants, such as s.
Dionysius of Halicarnassus writes: “...and double [letters] are three: zeta, and ksi, and psi. And these are called double either because they are compound, the zeta through sigma and delta, the ksi through kappa and sigma, and the psi through pi and sigma, which when co-articulated together acquire their own sound; or because they occupy the space of two letters in the syllables where each is found.” (Comp. Verb. 53.1-7). Also, Dionysius Thrax writes: “...and further, among the consonants, the double ones are three: zeta, ksi, psi. They are called double because each one of them consists of two consonants: zeta of sigma and delta, ksi of kappa and sigma, and psi of pi and sigma.” (Dion. Thr. 14.4-6.)
Evidence for the pronunciation of z as [zd] comes from words such as Athenaze (Αθήναζε = towards Athens), which is a combination of two words: Athenas + de, where s+d are combined into a single letter, z. It should be noted that, in pronunciation, the s in front of d is pronounced as [z], as in the word prosdokia [prozdoki'a] (προσδοκία = expectation). We should also remember that ancient Greeks were writing what they were pronouncing (this is a general rule in all early alphabetic systems), which explains transformations in writing such as the one mentioned here.
Further evidence comes from the Doric and Ionic dialects. The word for breast in Attic Greek (as well as in the modern language) is mastos (μαστός). In Doric, this word is written as masdos (μασδός), and in Ionic as mazos (μαζός, e.g, in Homer’s Iliad: bale sternon hyper mazoio = “stroke [him] on the chest above the breast”), which shows the correlation between sd and z. It is possible that the word Amazon comes from this root: the Amazons, according to Greek mythology, were supposed to be women warriors living in Scythia, who presumably had their right breast removed, so that it didn’t bother them in archery. (Μore than likely, such ideas were the result of male fantasy, in a male-dominated world.) In this scenario Amazon comes from a+mazos where a- means “un-”, “without” (as in atypical, amoral). However, others attribute to this word an ancient Persian origin. (Let it be noted in passing that the river Amazon took its name because it was believed that women warriors were living along its banks.)
Ancient Persian names that contain the consonants [zd] are transliterated in Greek through z. For example, in Plato we have Oromazes (Ωρομάζης) for Persian Auramazda; and in Xenophon we find Artaozos (Αρτάοζος; in Herodotus: Artavazos) for Artavazda. The Hebrew name Ašdod, we find it in Herodotus as Azotos (Άζωτος).
In other cases, z derives from a primitive dj or gj, as in pezos (πεζός = pedestrian) from ped-jos, pronounced [pedjos]. Here we see a pronunciation that later (in pre-Homeric times) turned into [dz], when the semivowel [j] was dropped. Similar considerations apply to the Mycenaean Linear B writing system. It has been suggested by various scholars that this was the original pronunciation of letter zeta, because it is hard to imagine why a unique symbol should be borrowed from the Semitic alphabet to represent a compound sound such as [zd], since the latter could be represented plausibly by sd (σδ); whereas [dz] (an affricate), can be perceived as a single, unique sound. If z had originally have the value of [dz], its transformation to [zd] could have occurred through a linguistic phenomenon known as metathesis (where, for example, Old English brid was transformed to modern bird).
However, at some time in the 4th century BCE the change to the modern Greek pronunciation of z as [z] was already taking place. Aristotle (Metaphysics, 993a) writes that whereas some people would analyze z into s+d, others consider it as a separate sound which does not consist of already recognized elements. At the same time there starts to be some confusion between z and s in Greek inscriptions (e.g., anabazmous instead of anabasmous, 329 BCE).
Further evidence for a later continuous (fricative) pronunciation of z ([z]) comes from ancient Greek grammarians (e.g., Dionysius Thrax), who divide consonants into two primary categories: the aphona (beta, gamma, delta, kappa, pi, tau, theta, phi, and chi), and the hemiphona (zeta, ksi, psi, lambda, mu, nu, rho, sigma). In Aristotle’s Poetics (1456b) the aphona are described as “having contact” (= “meta prosboles”), but not being pronounceable without a vowel. In modern parlance we would say that aphona are the plosives, pronounced instantaneously, while hemiphona (of which zeta is a member) are fricatives, and those other consonants that can be pronounced continuously, without the need for a following vowel. This agrees with a pronunciation of z as [z].
The following is the translation of the above in Greek. References follow at the bottom of this page.
Το αρχαίο Ελληνικό γράμμα ζ χρησιμοποιούνταν στην πολύ αρχαία εποχή για να παραστήσει το σύνθετο ήχο [ζντ] σε μερικά μέρη της Ελλάδας, ενώ σε άλλα μέρη παρίστανε τον ήχο [ντζ]. Ήδη από την εποχή του Αριστοτέλη το γράμμα αυτό είχε αρχίσει να προφέρεται σαν [ζ] σε πολλά μέρη της Ελλάδας. Ενδείξεις για τα παραπάνω προέρχονται από τα ακόλουθα:
Τα γράμματα ζ, ξ, και ψ, λέγονταν διπλά γιατί παρίσταναν δύο συμφωνικούς ήχους αντί για έναν, όπως τα υπόλοιπα σύμφωνα. Σήμερα είναι προφανές γιατί το ξ και το ψ λέγονται διπλά. Το ζήτα όμως, στη νεοελληνική, δεν παριστάνει διπλό ήχο, αλλά έναν απλό: τον συνεχή ηχηρό συριστικό ([ζ]). Προφανώς οι αρχαίοι Έλληνες δεν ονόμαζαν το ζ “διπλό” χωρίς λόγο. Αξίζει να θυμηθούμε οτι στα αρχαία ελληνικά τα απλά σύμφωνα διπλασιάζονταν φυσιολογικά: -σσ-, -λλ-, -μμ-, -ρρ-, -ππ-, -ββ-, κλπ. Τα διπλά σύμφωνα όμως δεν διπλασιάζονταν ποτέ· δεν θα βρούμε ποτέ -ζζ-, -ξξ- ή -ψψ- στη γραπτή γλώσσα. Εάν το γράμμα ζ προφέρονταν όπως στα νέα ελληνικά, σαν συνεχές συριστικό, θα διπλασιάζονταν όπως τα υπόλοιπα συνεχή σύμφωνα. (Ας σημειωθεί οτι τρία από τα σημερινά συνεχή σύμφωνα που επίσης δεν διπλασιάζονταν, τα θ, φ, χ, προφέρονταν ουσιαστικά σαν διπλά στην αρχαία εποχή: το θ σαν [τh], το φ σαν [πh] και το χ σαν [κh].)
Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς γράφει: «διπλα~ δέ τρία, τό τε ζ καί τό ξ καί τό ψ. διπλα~ δέ λέγουσιν αυτά ήτοι διά τό σύνθετα ει~ναι, τό μέν ζ διά του~ σ καί δ, τό δέ ξ διά του~ κ καί σ, τό δέ ψ διά του~ π καί σ συνεφθαρμένων αλλήλοις ιδίαν φωνήν λαμβάνοντα, ή διά τό χώραν επέχειν δυει~ν γραμμάτων εν ται~ς συλλαβαι~ς παραλαμβανόμενον cέκαστον.» (Μετάφραση: «και τα διπλά είναι τρία, το ζ, το ξ και το ψ. Αυτά λοιπόν λέγονται διπλά είτε διότι είναι σύνθετα, το ζ μέσω των σ καί δ, το ξ μέσω των κ και σ, και το ψ μέσω των π και σ, που όταν προφέρονται μαζί αποκτούν έναν ιδιαίτερο ήχο, είτε επειδή καταλαμβάνουν χώρο δύο γραμμάτων στις συλλαβές όπου βρίσκεται το καθένα.»). Επίσης, ο Διονύσιος ο Θραξ γράφει: «έτι δέ τω~ν συμφώνων διπλα~ μέν εστι τρία, ζ ξ ψ. διπλα~ δέ είρηται cότι cέν cέκαστον αυτω~ν εκ δύο συμφώνων σύγκειται, τό μέν ζ εκ του~ σ καί δ, τό δέ ξ εκ του~ κ καί σ, τό δέ ψ εκ του~ π καί σ.» (14.4-6.)
Ενδείξεις για την προφορά του ζ σαν [ζντ] έρχονται από αρχαίες λέξεις όπως Αθήναζε (= “προς την Αθήνα”), που είναι κράμα δύο λέξεων: Αθήνας + δε (όπου το δε ήταν ένα επίθεμα που σήμαινε “προς”, όπως στη λέξη οικόνδε = “προς το σπίτι”). Εδώ τα σ και δ συνδυάζονται σε ένα γράμμα, το ζ. Ας σημειώσουμε οτι το σ μπροστά από το δ προφέρεται σαν [ζ], ακόμα και στα νέα ελληνικά, όπως στη λέξη προσδοκία· οτι το γράμμα δ προφέρονταν σαν [ντ]· όπως επίσης και οτι οι αρχαίοι Έλληνες έγραφαν αυτό που πρόφεραν (αυτό είναι γενικός κανόνας για όλα τα αρχικά αλφάβητα όλων των γλωσσών) το οποίο αιτιολογεί μετασχηματισμούς γραμμάτων όπως ο παραπάνω.
Πρόσθετες ενδείξεις έρχονται από την Ιωνική και Δωρική διάλεκτο. Η αρχαία Αττική λέξη μαστός (που βέβαια παραμένει αναλλοίωτη στη νεοελληνική) αναγράφεται στη Δωρική σαν μασδός, και στην Ιωνική σαν μαζός (π.χ. στην Ιλιάδα: «βάλε στέρνον cυπέρ μαζοι~ο» = «[τον] χτύπησε στο στήθος πάνω από το μαστό»), το οποίο δείχνει τη συσχέτιση μεταξύ των σδ και ζ. Είναι πιθανόν οτι η λέξη Αμαζών προέρχεται από αυτή τη ρίζα: οι Αμαζόνες ήταν κατά την ελληνική μυθολογία φυλή γυναικών πολεμιστών που ζούσαν στη Σκυθία, οι οποίες υποτιθέμενα αφαιρούσαν το δεξιό μαστό για να μην τους εμποδίζει στην τοξοβολία (εικασίες οι οποίες, κατά πάσαν πιθανότητα, οφείλονται σε ανδρικές φαντασιώσεις ενός ανδροκρατούμενου τότε κόσμου). Κατ’ αυτήν την άποψη λοιπόν, η λέξη Αμαζών προέρχεται από το στερητικό α- και το μαζός. Εντούτοις, κάποιοι μελετητές αποδίδουν στη λέξη αυτή αρχαία περσική προέλευση. (Ειρήσθω εν παρόδω οτι ο ποταμός Αμαζόνιος ονομάστηκε έτσι γιατί αρχικά πιστεύονταν οτι στις όχθες του ποταμού ζούσαν φυλές γυναικών πολεμιστών.)
Αρχαίες περσικές λέξεις που περιλάμβαναν τα σύμφωνα [zd] μεταγλωττίστηκαν στα ελληνικά μέσω του ζ. Παραδείγματος χάρη, ο Πλάτων γράφει Ωρομάζης για το περσικό όνομα Auramazda, και ο Ξενοφών Αρτάοζος (κι ο Ηρόδοτος Αρτάβαζος) για το όνομα Artavazda. Το εβραϊκό όνομα Ašdod, το συναντούμε στον Ηρόδοτο σαν Άζωτος.
Σε άλλες περιπτώσεις, το ζ προέρχεται από ένα αρχέγονο δj (προφερόμενο [ντj] όπως το συμφωνικό σύμπλεγμα στη λέξη “λεβεντιά”), όπως στη λέξη πεζός, από την αρχέγονη μορφή πεδjός. Εδώ βλέπουμε μια προφορά που αργότερα (στην προ-Ομηρική εποχή) μετατράπηκε σε [ντζ], όταν το ημιφωνήεν [j] εξαλείφθηκε από τη γλώσσα. Παρόμοιες ενδείξεις (για την προφορά σαν [ντζ]) έρχονται και από τη Μυκηναϊκή γραφή Γραμμική Β'. Έχει προταθεί απο διάφορους ερευνητές οτι αυτή ήταν η αρχική προφορά του γράμματος ζ, γιατί είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς γιατί θα έπρεπε η ελληνική γραφή να δανειστεί ένα ειδικό σύμβολο από το Σημιτικό αλφάβητο (απ’ όπου όλα τα ελληνικά γράμματα προέρχονται) προκειμένου να παραστήσει ένα σύμπλεγμα συμφώνων όπως το [ζντ], εφόσον το τελευταίο θα μπορούσε θαυμάσια να αποδοθεί μέσω του σδ. Αντίθετα, το [ντζ] είναι εύκολο να το αντιληφθεί κανείς σαν μοναδικό, ιδιαίτερο ήχο (όπως στη νεοελληνική λέξη τζάμι). Εάν το ζ είχε αρχικά την προφορά [ντζ], η μετατροπή-του σε [ζντ] εξηγείται μέσω του γλωσσολογικού φαινομένου της μετάθεσης (όπως π.χ. η λέξη φαλακρός οδήγησε στο νεοελληνικό εναλλακτικό καραφλός).
Εντούτοις, κατά τον 4ο αι. π.Χ. η αλλαγή προς τη νεοελληνική προφορά του ζ σαν [ζ] ήδη άρχισε να λαμβάνει χώρα. Ο Αριστοτέλης γράφει οτι ενώ μερικοί μελετητές προτιμούν να αναλύουν το ζ σε σ+δ, άλλοι το θεωρούν σαν ένα ξεχωριστό φθόγγο, που δεν μοιάζει με κανέναν από τους γνώριμους. (Στο πρωτότυπο: «αμφισβητήσειε γάρ άν τις, cώσπερ καί περί ενίας συλλαβάς· οcι μέν γάρ τό ζα εκ του~ σ καί δ καί α φασίν ει~ναι, οcι δέ τινες cέτερον φθόγγον φασίν ει~ναι καί ουθένα τω~ν γνωρίμων.») Την ίδια εποχή αρχίζουμε να βλέπουμε κάποια ορθογραφικά λάθη σε επιγραφές που συγχέουν το ζ με το σ (π.χ. αναβαζμούς αντί για αναβασμούς, 329 π.Χ.).
Τέλος, ενδείξεις για μια μεταγενέστερη συνεχή προφορά του ζ σαν [ζ] έρχονται από τους αρχαίους Έλληνες γραμματιστές (π.χ. Διονύσιος ο Θραξ) που χωρίζουν τα σύμφωνα σε δύο κύριες κατηγορίες: στα άφωνα (β, γ, δ, κ, π, τ, θ, φ, χ), και στα ημίφωνα (ζ, ξ, ψ, λ, μ, ν, ρ, σ). Ο Αριστοτέλης περιγράφει τα άφωνα σαν ήχο που “έχει επαφή” (“μετά προσβολη~ς”) αλλά που δεν μπορεί να προφερθεί χωρίς να ακολουθείται από φωνήεν. Σήμερα θα λέγαμε οτι τα αρχαία ελληνικά άφωνα είναι τα στιγμιαία σύμφωνα (ας σημειώσουμε οτι π.χ. το β προφέρονταν στιγμιαίο, σαν [b]), ενώ τα ημίφωνα (στα οποία ανήκει το ζ) είναι τα συνεχή σύμφωνα, δηλ. εκείνα που μπορούμε να τα προφέρουμε συνεχώς, χωρίς να χρειάζεται η προσθήκη φωνήεντος. Αυτή η κατηγοριοποίηση συμφωνεί με την προφορά του ζ σαν [ζ].
References:
Most of the information above (and even further details) can be found in W. Sidney Allen’s Vox Graeca: a Guide to the Pronunciation of Classical Greek. Cambridge University Press, 3rd edition, 1987.
An additional source is: Edgar H. Sturtevant’s The Pronunciation of Greek and Latin. Linguistic Society of America, University of Pennsylvania, Philadelphia, 2nd edition, 1940.